Τα υποβρύχια αρχαιολογικά ευρήματα στο Στενό και στον Όρμο της Μεθώνης
Τα υποβρύχια αρχαιολογικά ευρήματα στο Στενό και στον Όρμο της Μεθώνης

Η καστροπολιτεία της Μεθώνης, είναι ένα από τα σπουδαιότερα οχυρωματικά σύνολα του Ελληνικού χώρου. Είναι χτισμένη σε θέση που κατοικήθηκε από τους προϊστορικούς χρόνους και που ταυτίζετε με τον Ομηρικό Πήδασο.

Σε διάφορα σημεία των μεσαιωνικών τειχών υπάρχουν είτε τμήματα τειχοδομίας της αρχαίας Μεθώνης στην αρχική θέση τους είτε αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη σε μεταγενέστερη χρήση. Οι Ενετοί και οι Τούρκοι, που κατέλαβαν την πόλη ύστερα από μακραίωνη βυζαντινή παρουσία και βραχύβια φραγκική κατοχή, συμπλήρωσαν τις παλαιότερες οχυρώσεις ή και χρησιμοποίησαν αρχαία μέλη στην κατασκευή των οχυρωματικών έργων τους.


Το λιμάνι και το κάστρο της Μεθώνης αποτέλεσαν για αιώνες έναν σπουδαίο γεωπολιτικό κόμβο για τους εκάστοτε κατόχους της. Πόλη οικονομικά ανθηρή λόγω των εμπορικών συναλλαγών υπήρξε από την αρχαιότητα συγκοινωνιακός κόμβος ενώ τον μεσαίωνα ήταν σταθμός για τους περιηγητές στη Μεσόγειο και τους προσκυνητές στους Αγίους Τόπους.

Ο Ομηρικός Πήδασος

Η Μεθώνη αναφέρεται γιά πρώτη φορά στην Ιλιάδα με το όνομα “αμπελόεσσα Πήδασος”, ως ένα από από τα επτά “ευ ναιόμενα πτολίεθρα” που ο Αγαμέμνονας πρόσφερε στον θυμωμένο Αχιλλέα. Στην ταύτηση του Ομηρικού Πήδασου, μία από τις ομορφοβαλμένες πόλεις με τα πλούσια αμπέλια, με την μετέπειτα Μεθώνη, συμφωνούν ο Στράβωνας και ο Παυσανίας.
Στον όρμο της Μεθώνης, και πολύ κοντά στο κάστρο, εντοπίστηκε καταποντισμένος οικισμός που χρονολογείτε στην μέση εποχή του Χαλκού, -2000 έως 1600, και κατά πάσα πιθανότατα πρόκειται για τον Ομηρικό Πήδασο.

Σύμφωνα με τον Παυσανία ο Πήδασος της Μυκηναϊκής εποχής μετανομάζετε σε Μεθώνη μετά τον Τρωικό πόλεμο, ενώ ο μετέπειτα Βασιλιάς του Δωρικού βασιλείου της Μεσσηνίας Δωτάδας (κατά μία εκτίμηση το -1050), διαμόρφωσε την πόλη και το λιμάνι της Μεθώνης.

Η Αρχαία Μεθώνη

Με την έναρξη του Α΄ Πελοποννησιακού πολέμου το -743, η Σπάρτη έθεσε σε εφαρμογή τα σχέδιά της για έλεγχο των πλουσιότατων εδαφών της γειτονικής Μεσσηνίας. Μπορεί ο Β΄ Μεσσηνιακός πόλεμος να έληξε το -668, ωστόσο ήταν η πτώση της οχυρωμένης Είρας το -657 και η κατάληψη της πλούσιας πεδιάδας του Στενύκλαρου το -600 που αποτέλεσαν το ξεκίνημα της απόλυτης Σπαρτιατικής κυριαρχίας στην Μεσσηνία. Θα διαρκέσει μέχρι την ήττα των Λακεδαιμονίων στα Λεύκτρα, το -371 από τον Θηβαίο στρατηγό Επαμεινώνδα.

Η Μεθώνη όμως θα εξακολουθεί να βρίσκεται κάτω από τον Σπαρτιατικό ζυγό, μέχρι την εισβολή του Φιλίπου Β΄ της Μακεδονίας στην Λακωνία, το φθινόπωρο του -338, που επέτρεψε την απελευθέρωση των υπόλοιπων Μεσσηνιακών εδαφών. Άν και η ιστορία γράφετε μόνο μία φορά, δεν θα ήταν αβάσιμο να υποθέσουμε ότι άν δεν υπήρχε η τόσο άμεση γειτνίαση με την Σπάρτη, η Μεθώνη πολλούς αιώνες πριν την λαμπρή ενετική περίοδο θα είχε ήδη αποτελέσει πολύ σημαντικό οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο. Με δεδομένη την ιδιαίτερη στρατηγική της θέση στην Μεσόγειο και την ευφορότατη ενδοχώρα της η Μεθώνη ίσως συναγωνιζόταν τη λάμψη των Συρακουσών και του Ακράγαντα.

Υπάρχουν τέσσερα ιστορικά γεγονότα της αρχαίας περιόδου που συνδέονται με την Μεθώνη ως οχυρωμένη θέση:

Επί άρχοντος Καλλία στην Αθήνα το -456 και -455, ο αθηναϊκός στρατηγός Τολμίδης επιχείρησε την πρώτη εισβολή σε περιοχές υπό την κυριαρχία της Σπάρτης. Περιπλέοντας την Πελοπόννησο αποβιβάστηκε στην Μεθώνη την οποία και κατέλαβε για να την εγκαταλείψει λίγο αργότερα με την εμφάνιση των σπαρτιατικών στρατευμάτων.

Το -431, στην αρχή του πελοποννησιακού πολέμου, οι Αθηναίοι με 150 τριήρεις και στρατηγό τον Καρκίνο έπλευσαν στην Μεθώνη όπου και αποβιβάστηκαν και πολιόρκησαν την πόλη. Τελικά μετά από επέμβαση των Σπαρτιατών με στρατηγό των Βρασίδα αποτράπηκε η κατάληψη της πόλης. Χάρη στην διήγηση του περιστατικού από τον θουκιδίδη την πρώτη αναφορά σε οχύρωση στην Μεθώνη με όχι πολύ δυνατά τείχη και μικρή στρατιωτική φρουρά.

Ιλλυροί πειρατές από την περιοχή της Ηπείρου κατέπλευσαν το -229 στην Μεθώνη και ενώ στην αρχή ήταν φιλικοί και αγόραζαν προμήθειες από την πόλη, κατόπιν με δόλο έπιασαν πολλούς αιχμαλώτους τους οποίους και πήραν μαζί τους για να πουληθούν ώς δούλοι.

Το -191 π.Χ. μπήκε στην Αχαϊκή Συμπολιτεία οπότε και απέκτησε αρκετή δύναμη.
Το -31, γιά άλλη μιά φορά η αρχαία Μεθώνη έπαιξε σημαντικό ρόλο λόγω της στρατηγικής της σημασίας. Τις παραμονές της ναυμαχίας του Ακτίου, που καθόρισε την πορεία της Ρωμαϊκής ιστορίας, οι δύο ισχυροί άνδρες της Ρώμης Οκταβιανός και Μάρκος Αντώνιος ετοιμάζονταν για στρατιωτική σύγκρουση, ο πρώτος με τον διακεκριμένο στρατηγό Αγρίππα και ο δεύτερος με την σύμμαχό του Κλεοπάτρα της Αιγύπτου. Τη Μεθώνη έλεγχε ισχυρό απόσπασμα για λογαριασμό του Μάρκου Αντώνιου, ως κόμβο για τα ναυτικά δρομολόγια και τον ανεφοδιασμό του στρατού του με σιτάρι από την Αίγυπτο. Ο Αγρίππας επιτέθηκε με στόλο και στρατό κατά της Μεθώνης και την κατέλαβε την άνοιξη του -31, όπου και εκτέλεσε τον Βασιλιά της Μαυριτανίας Βόγο, σύμμαχο του Μάρκου Αντωνίου και της Κλεοπάτρας.

Ο Παυσανίας επισκέφθηκε την Μεθώνη στο δεύτερο μισό του +2ου αιώνα και αναφέρει τα δύο σπουδαιότερα ιερά της πόλης, που ήταν ο ναός της Ανεμώτιδος Αθηνάς, όπου υπήρχε άγαλμα της θεάς, αφιέρωμα του Διομήδους, και ναός της Αρτέμιδος, όπου και το υπό του Αναχάρσιδος αναφερόμενο φρέαρ, από το οποίο αντλούσαν νερό αναμεμιγμένο με πίσσα.

Κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους η πόλη κερδίζει την αυτονομία της από τον αυτοκράτορα Τραϊανό , +98 έως +117, και ενισχύεται με καλύτερες οχυρώσεις. Αυτή υπήρξε περίοδος ακμής για την Μεθώνη, αφού στον +2ο και 3ο αιώνα κόβει δικά της νομίσματα.

Το λιμάνι και το κάστρο της Μεθώνης αποτέλεσαν για αιώνες έναν σπουδαίο γεωπολιτικό και κόμβο για τους εκάστοτε κατόχους της. Οικονομικά ανθηρό λόγω των εμπορικών συναλλαγών και κατά τον μεσαίωνα συγκοινωνιακός κόμβος για τους περιηγητές στη Μεσόγειο και τους προσκυνητές στους Αγίους Τόπους.

Η Μεσαιωνική Μεθώνη

Κατά την παλαιοχριστιανική περίοδο το λιμάνι της Μεθώνης γνωρίζει μεγάλη ακμή ως εμπορικό κέντρο και σταθμός ανεφοδιασμού των πλοίων. Από τον 4ο αιώνα υπήρξε έδρα της Επισκοπής η οποία διατηρήθηκε μέχρι το 1837. Κατά την μεσοβυζαντινή περίοδο μια σειρά από σφραγίδες που χρονολογούνται από τον 9ο ως τον 13ο αιώνα μας δίνουν πληροφορίες για τους κρατικούς και εκκλησιαστικούς λειτουργούς της πόλης.

Οι Ενετοί πρωτοεμφανίζονται στο ιστορικό σκηνικό κατά τον 11ο αιώνα, όταν αποκτούν προνόμια σχετικά με την ελεύθερη διακίνηση των εμπορευμάτων τους σε διάφορες πόλεις-λιμάνια της βυζαντινής αυτοκρατορίας μεταξύ των οποίων και η Μεθώνη. Με την κατάλυση της βυζαντινής αυτοκρατορίας από τους Φράγκους το 1204 (Δ΄Σταυροφορία) και η Μεθώνη θα δοκιμάσει την κυριαρχία τους. Η φραγκοκρατία θα διαρκέσει ως το 1206, οπότε η Μεθώνη καταλαμβάνεται από τους Ενετούς και με συνθήκη που υπεγράφη το 1209 εξασφαλίζεται η κυριαρχία τους στην πόλη.

Κατά την πρώτη Ενετική περίοδο η ζωή στη Μεθώνη οργανώθηκε σύμωνα με τα συμφέροντα της Βενετίας. Η πόλη οχυρώθηκε και αναπτύχθηκε σε σημαντικό εμπορικό κέντρο αφού ορίζεται ως υποχρεωτικός σταθμός για όλα τα βενετικά πλοία που ταξίδευαν στην Ανατολική Μεσόγειο. Η ακμάζουσα αυτή περίοδος για την Μεθώνη λήγει τον Αύγουστο του έτους 1500 όταν, μετά από αιματηρή πολιορκία, καταλαμβάνεται από τους Οθωμανούς.

Οι διαδοχικές αρχιτεκτονικές χρήσεις στο κάστρο της Μεθώνης: Αρχαία Ελληνικά ορθογώνια μέλη πώρων σε Τούρκικες επάλξεις του 18ου αιώναεπάνω σε Ενετικό τείχος του 1709
Η πρώτη περίοδος της Τουρκοκρατίας θα διαρκέσει ως το 1686 όταν η πόλη πολιορκήθηκε από τον Μοροζίνι και επανήλθε στην κατοχή των Βενετών. Το 1715 οι Οθωμανοί γίνονται για δεύτερη φορά κάτοχοι της Μεθώνης, ο πληθυσμός της οποίας αυξήθηκε καθώς και η εμπορική κίνηση στο λιμάνι.

Στην διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης το κάστρο της Μεθώνης δεν κατελήφθη από τους Έλληνες επαναστάτες, παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες που είχαν καταβάλλει, λόγω της σθεναρής αντίστασης του οχυρωμένου οθωμανικού πληθυσμού. Το 1825 αποβιβάστηκε στο λιμάνι της πόλης ο Ιμπραήμ και εγκαταστάθηκε εντός του κάστρου, το οποίο έγινε ορμητήριο των Αιγυπτίων κατά την διάρκεια της εκστρατείας τους στην Πελοπόννησο.

Οι Αιγύπτιοι θα παραδοθούν αμαχητί το 1828 στο γαλλικό εκστρατευτικό σώμα του οποίου ηγείτο ο στρατηγός Μαιζών. Ο οικισμός τότε μεταφέρεται εκτός των τειχών, γίνεται το ρυμοτομικό σχέδιο πόλης ενώ το κάστρο που για αιώνες υπήρξε το κέντρο της κοινωνικής και οικονομικής ζωής της πόλης ερημώνεται.

Η Αρχαιολογική έρευνα

Στον όρμο της Μεθώνης, περί τα 300 μ. από το δημοτικό Camρing και σε βάθη 3,5 μέχρι 5,5μ. υπάρχουν εκτεταμένα οικοδομικά λείψανα κατά συστάδες. Ο καταποντισμένος προϊστορικός οικισμός, εμβαδού περί τα 120 στρέμματα, ανήκει στην μέση εποχή του χαλκού, -2000 έως -1600. 

Από το 1993 διεξάγεται έρευνα της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων από όπου προέκυψαν χρήσιμα στοιχεία για την ερμηνεία του μηχανισμού με τον οποίο καταποντίστηκε οικισμός που είχε εντοπιστεί στον όρμο της Μεθώνης. Επίσης, έγινε επιφανειακός καθαρισμός των τότε ορατών τοίχων και μερική αποτύπωσή τους.

Η έρευνα συνεχίστηκε από το 1994 και μετά με κύριο βάρος τον ανασκαφικό έλεγχο του καταποντισμένου οικισμού. Έγινε μία ανασκαφική τομή κάθετα σε τοίχο αποτυπωμένο από το 1993. Ο τρόπος κατάρρευσής του και τα καταπλακωμένα θραύσματα αγγείων συνηγορούν υπέρ μιας σεισμικής καταστροφής.

Από ανασκαφικές τομές προέκυψε ότι κάτω από την επιφάνεια του βυθού τοίχοι διατηρούνται έως και σε βάθος έξι δόμων και αποτελούνται κατά κανόνα από πλακώδεις πέτρες.Οι τοίχοι είναι κτισμένοι σε διπλές σειρές, εκτός των περιπτώσεων εκείνων που χρησιμοποιήθηκαν ακανόνιστοι ογκόλιθοι, οπότε έχουμε μία μόνον σειρά. Σημαντικό στοιχείο για την χρονολόγησή τους είναι και τοίχος σε διάταξη ιχθυάκανθας που πορεύεται δυτικά από μεγάλο κυκλικό οικοδόμημα.

Ανασκάφηκε, επίσης, σε εσωτερική γωνία τετράπλευρου περίκλειστου χώρου (δωμάτιο;) ταφικό αγγείο με εγχυτρισμό δύο νηπίων. Η συντριπτική πλειοψηφία των οστράκων της τομής είναι Μεσοελλαδικής εποχής, με δείγματα και αμαυρόχρωμης και μινύειας κεραμικής, πέραν της χονδροειδούς. Όσον αφορά στο ταφικό αγγείο, είναι παράλληλο εκείνου που προέρχεται από το Νησακούλι Μεθώνης, θέση που έχει, τόσο χωροταξικά όσο και χρονολογικά, άμεση σχέση με τον οικισμό.

Τα υποβρύχια αρχαιολογικά ευρήματα στο Στενό και στον Όρμο της Μεθώνης

Χελωνάκι ή Νησακούλι: “Νησί στο ανατολικό μέρος του κόλπου της Μεθώνης , ΝΔ της τοποθεσίας Παλιαελιάς. Επί της κορυφής της νησίδς διενηργήθη ανασκαφή τον Οκτωβρίου του 1968 και απεκαλύφθη μικρόν κτίσμα σχήματος; Γ, διαστάσεων 1,30χ Ο,55 χ Ο,22 καί 1,35 χ Ο,32 χ Ο,22. ‘Ανευρέθησαν κεκαυµένα οστά ζώων, όστρακα και τμήματα αγγείων. Ή γη εκ της πυράς ήτο σκληροτάτη. Τα όστρακα χρονολογήθηκαν περί το τέλος της Μ.Ε. εποχής. Ό ανασκαφέας συνεπέρανε ότι πρόκειται περί βωμού”.

Η κατάσταση διατήρησης των κτιρίων και οι παραμορφώσεις σε γωνίες τους καταδεικνύουν ένα ταχύτατο καταποντισμό τους από σεισμική δραστηριότητα.Ο καταποντισμός των κτιριακών λειψάνων στη Μεθώνη δεν μπορεί να ερμηνευθεί με μηχανισμούς της ευστατικής θεωρίας ούτε και με ταχεία ίσως για γεωλογικά αλλά αργή για αρχαιολογικά δεδομένα, τεκτονική καταβύθιση της τάξεως του 1-2μ. ανά χιλιετία.

Ο βαθμός διατήρησης των λειψάνων αυτών συνηγορεί μόνον υπέρ μιας ταχύτατης κατακόρυφης τεκτονικής κίνησης, συνοδευόμενης βεβαίως από ανάλογη σεισμική δραστηριότητα, η οποία δεν σπανίζει στην περιοχή αυτή.

Με τα πλέον απομακρυσμένα ορατά κτηριακά κατάλοιπα η έκταση του οικισμού στη Μεθώνη υπερβαίνει τα εκατό στρέμματα. Η ανακάλυψη και έρευνα του καταποντισμένου αυτού οικισμού αφ’ ενός ανατρέπει εν μέρει τις μέχρι πρόσφατα κρατούσες απόψεις για τον τρόπο σχηματισμού των ακτογραμμών της περιοχής, αφ’ ετέρου θα προσθέσει σημαντικές πληροφορίες για την Μέση Εποχή του Χαλκού, κυρίως για τον λόγο ότι η καταστροφή του, κατ’ αυτόν τον τρόπο, τον άφησε αλώβητο από μεταγενέστερες αλλοιώσεις. Εξ άλλου, είναι ο δεύτερος μόλις προϊστορικός οικισμός μετά το Πλατυγιάλι (Πρωτοελλαδικής εποχής) και ο πρώτος της συγκεκριμένης περιόδου που ανασκάπτεται υποβρυχίως στην Ελλάδα.

Πέραν αυτών, στην ίδια θαλάσσια έκταση, εντοπίστηκαν ναυάγια ιστορικών χρόνων (από βυζαντινά έως και οθωμανικής εποχής), παράκτιος μεσαιωνικός αγωγός ύδρευσης του φρουρίου της Μεθώνης, επιπλέον δε υπάρχει και ο βυθισμένος λιμενοβραχίονας του αρχαίου λιμανιού της Μεθώνης. Φυσικά το ενάλιο αυτό σύνολο σχετίζεται και με την διαχρονική ιστορία της Μεθώνης.

Το μέλλον

Οι αναστυλωτικές εργασίες του Κάστρου των τελευταίων ετών δυστυχώς παρουσιάζουν δυσκολίες και καθυστερήσεις. Όταν κάποτε ολοκληρωθούν τότε ίσως ανοίξει ο δρόμος για την ανασκαφή και εντός του κάστρου το οποίο κρύβει πολλούς θησαυρούς. Εκτός από ευρήματα του μεσαίωνα και των Βυζαντινών χρόνων είναι σίγουρο ότι υπάρχουν της Κλασσικής, Ελληνιστικής και Ρωμαϊκής εποχής.
Επίσης δυσκολίες υπάρχουν στην υλοποίηση της δημιουργίας του υποθαλάσσιου καταδυτικού πάρκου της Μεθώνης, η δημιουργία του οποίου έχει εξαγγελθεί. Ελπίζουμε να ξεπεραστούν τα προβλήματα και ο θαυμάσιος αρχαιολογικός χώρος της Μεθώνης αναδειχθεί και αξιοποιηθεί.

Βιβλιογραφία και παραπομπές:
– Φουτάκης Παναγιώτης: “Ιστορικές και νομισματικές νότες της αρχαίας Μεθώνης”
– Ιστότοπος: The GE.N.ESIS project
– Ιστότοπος: Υπουργείο Πολιτισμού

Κοινοποιήστε το!
FacebookTwitter

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

error: