Το άγνωστο έως σήμερα θέατρο της αρχαίας Θουρίας, της σημαντικότερης πόλης της Δυτικής Μεσσηνίας, εντόπισε η δρ Ξένη Αραπογιάννη τον περασμένο Ιούλιο, και έως σήμερα, τελευταία ημέρα των ανασκαφών για φέτος, την περίμεναν πολλές ευχάριστες εκπλήξεις. Το θέατρο είναι κατασκευασμένο από υπόλευκο πωρόλιθο και χρονολογείται κατά μια πρώτη εκτίμηση στους πρώιμους ελληνιστικούς χρόνους. Βρίσκεται στον ευρύτερο κηρυγμένο αρχαιολογικό χώρο, στο υψηλότερο σημείο της δυτικής πλευράς, όπου εξαπλώνεται η αρχαία πόλη με θέα την εύφορη πεδιάδα της Μεσσηνίας, γνωστή στην αρχαιότητα ως «Μακαρία», και στο βάθος τον «Θουριάτη» Κόλπο, τη θάλασσα του Μεσσηνιακού Κόλπου.
Η επίτιμη έφορος Αρχαιοτήτων, που ανασκάπτει στην περιοχή υπό την αιγίδα της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, έφερε στο φως τον ισχυρό αναλημματικό τοίχο του κοίλου του θεάτρου που αποκαλύφθηκε σε μήκος 12,30 μ. και σε ύψος 4 μ., έναν άριστα διατηρημένο διπλό ισοδομικό τοίχο της αριστερής παρόδου (μήκους 18,35 μ. ,πλάτους 1,25 μ. και ύψους 3 μ.,) αλλά κι ακόμη έναν ισοδομικό τοίχο με αντηρίδες, παράλληλα του προηγούμενου, σε μήκος 19,20 μ., πλάτος 0,45 μ. και ύψος 2,70 μ. Επιπλέον, τμήμα της ορχήστρας (5,45 μ. και πλάτος 3,14 μ.), την πρώτη σειρά των λίθινων ειδωλίων του κοίλου και μάλιστα καλοδιατηρημένη, το πρώτο σκαλοπάτι που οδηγεί στις κερκίδες καθώς και τον διατηρημένο διάδρομο για την κίνηση των θεατών περιμετρικά της ορχήστρας.
Εξίσου σημαντικό εύρημα είναι και ο μεγάλος ορθογώνιος λίθινος αγωγός απορροής των ομβρίων υδάτων ο οποίος περιτρέχει την ορχήστρα και φέρει στον πυθμένα μικρά φρεάτια σε κανονικές αποστάσεις μεταξύ τους, για την κατακάθιση των φερτών υλών. Επίσης, καλυπτήρια πλάκα του αγωγού η οποία διευκόλυνε την κίνηση των θεατών πάνω στον αγωγό αλλά και πολλά πεσμένα λίθινα αρχιτεκτονικά μέλη και τμήματα ειδωλίων. Αποκαλύφθηκαν στην κοιλότητα πίσω από τα σωζόμενα in situ εδώλια και προέρχονται από κατεστραμμένες κερκίδες του θεάτρου στο σημείο αυτό.
Από τις 6.30 το πρωί έφταναν στην ανασκαφή της αρχαίας Θουρίας η κ. Αραπογιάννη και οι συνεργάτες της. Κι όπως συνέβη και το 2007 όταν άρχισε τις δοκιμαστικές τομές στη θέση Παναγίτσα όπου εντόπισε το Ασκληπιείο, την περίμενε ευχάριστη έκπληξη. Οχι στο ίδιο σημείο το οποίο σήμερα επισκέπτονται πολλοί, παρ’ όλο που δεν έχει οργανωθεί ακόμη ως αρχαιολογικός χώρος, αλλά στην κορυφή του λόφου. Μισή ώρα περπάτημα από τις άλλες αρχαιότητες που ανακάλυψε.
«Επί πολλά χρόνια αναζητούσα το αρχαίο θέατρο. Υπήρχαν μαρτυρίες παλιών περιηγητών του 1830», λέει στην «Κ». Από το συγκεκριμένο σημείο, ένα κτήμα με ελιές στην πλαγιά του λόφου, είχε περάσει πολλές φορές. Μια γωνίτσα ενός λιθόπλινθου την έβαλε σε υποψίες. «Η γεωφυσική μελέτη του δρος Λάζαρου Πολυμενάκου μας έδωσε πολλά στοιχεία ότι το θέατρο ήταν εκεί που υποψιαζόμασταν. Βάσει αυτών των στοιχείων αλλά και των αρχαιολογικών δεδομένων, ξεκίνησε η έρευνα στον παρθένο χώρο. Η πρώτη κιόλας τομή έφερε στο φως τον τεράστιο αναλημματικό τοίχο του κοίλου του θεάτρου. Προχωρώντας την έρευνα και σε βάθος (σε 3 μ.), αρχίσαμε να νιώθουμε ότι βρισκόμαστε σε καλό δρόμο. Η δεύτερη τομή έγινε σε ένα σημείο που πίστευα λόγω φυσιογνωμίας του εδάφους ότι υπάρχει το κοίλο του θεάτρου. Πράγματι εκεί βρέθηκε το τμήμα της ορχήστρας με τα ειδώλια της πρώτης σειράς αδιατάρακτα στη θέση τους. Ο διάδρομος και ο αγωγός επιβεβαίωσαν όσα αναζητούσαμε».
Ο διπλός ισοδομικός τοίχος της αριστερής παρόδου οδηγεί στο θέατρο. Ομως ο δεύτερος τοίχος «δεν γνωρίζουμε ακόμη πού ανήκει. Πρόκειται για άλλο μεγάλο κτίριο. Δεν μπορώ να πω κάτι περισσότερο γιατί όλα είναι εικασίες. Μπορεί να είναι σκηνοθήκη ή άλλη κατασκευή, ανήκει πάντως σε άλλο κτίριο», υπογραμμίζει η κ. Αραπογιάννη. «Στην τρίτη τομή βρήκαμε το τέλος της παρόδου που καταλήγει σε μια λοξότμητη πέτρα, στην οποία εφάπτεται μεγαλοπρεπές ορθογώνιο βάθρο το οποίο στήριζε αγάλματα ή επιγραφές».
Αυτό που έσωσε το εύρημα είναι το βάθος του. «Πρόκειται για θέατρο διαμέτρου πάνω από 15 μ.». Δεν θέλει να πει περισσότερα. Τονίζει μόνο ότι η ανακάλυψη «αποτελεί κορυφαίο γεγονός για την αρχαία ιστορία της Μεσσηνίας αλλά και σημαντικό νέο κεφάλαιο στην επιστήμη της αρχαιολογίας».
Συμπαραστάτες σε κάθε βήμα της ήταν το Ιδρυμα Καρέλια που ενισχύει τις ανασκαφές στην περιοχή, ο Αχιλλέας Κωνσταντακόπουλος, ο δήμος, η Μεσσηνιακή Αμφικτυονία και η Περιφέρεια Πελοποννήσου η οποία υποστήριξε τη διαμόρφωση του Ασκληπιείου. Από σήμερα το απόγευμα η ανασκαφή κλείνει. Οι τελευταίες πλημμύρες στην περιοχή, που τύλιξαν με λάσπες τα μνημεία, τους κινητοποίησαν. Κατασκευάστηκαν προστατευτικά στέγαστρα για να είναι ήσυχοι τον χειμώνα. Ομως όλα εδώ είναι συλλογικά, λέει η ανασκαφέας, αναφέροντας τους Γιώργο Νίνη (αρχιτέκτων), Λάζαρο Πολυμενάκο (γεωλόγο), το επιστημονικό προσωπικό, τους ντόπιους εργάτες, την Εφορεία Αρχαιοτήτων Μεσσηνίας. Τι θυμάται από τη φετινή εμπειρία; «Ο πρώτος ενθουσιασμός ήταν όταν πρωτοείδα τον χώρο. Επειτα όταν αποκαλύφθηκε ο αναλημματικός τοίχος. Ομως σαν αντίκρισα την ορχήστρα, η χαρά μου απογειώθηκε. Αισθάνθηκα ότι δικαιώθηκα».
ΠΗΓΗ http://www.kathimerini.gr