Το πρώτο, που πρέπει να αναφερθεί είναι, ότι η Ινδοευρωπαϊκή θεωρία είναι μια καθαρά γλωσσολογική θεωρία, σύμφωνα με την οποία η Σανσκριτική ήταν η κοινή μητέρα όλων των Ευρωπαϊκών γλωσσών ακόμη και την Ελληνικής!
Ο άνθρωπος, που την πρωτοδιετύπωσε, ήταν ένας Βρετανός δικαστής, ο Ουίλλιαμ Τζόουνς, ο οποίος υπηρετούσε στις Βρετανικές κτήσεις στην Ινδία στα τέλη του 18ου αιώνος. Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξε, λόγω της γλωσσικής συνάφειας ορισμένων λέξεων της Σανσκριτικής με τις Ευρωπαϊκές γλώσσες. Αλλά ο Τζόουνς δεν ήταν παρά ένας ερασιτέχνης γλωσσολόγος…
Ο πραγματικός θεμελιωτής της Ινδοευρωπαϊκής θεωρίας ήταν ο Γερμανός Φραντς Μποπ (1791-1867). Ο Μποπ ήταν αυτός, ο οποίος μελετώντας το έργο του Τζόουνς το συνέθεσε και το μετεξέλιξε στην λεγόμενη «Ινδογερμανική θεωρία», βάση της οποίας όλοι οι Ευρωπαϊκοί λαοί, πέραν της υποτιθέμενης κοινής γλώσσης, είχαν και κοινή πολιτισμική κοιτίδα αλλά και κοινή καταγωγή!
Σ’ αυτό το σημείο, αξίζει νομίζω να αναφερθεί, ότι για να εξάγει κανείς σωστά συμπεράσματα απ’ την αλληλουχία των γεγονότων, θα πρέπει η κριτική σκέψη να συμπλέει αρμονικά με την εποχή και το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αυτά διεξάγονται. Το ιστορικό πλαίσιο, στο οποίο έζησε ο Μπομπ περιελάμβανε αρχικά τις ταπεινώσεις της Πρωσσίας στις μάχες της Ιένα και του Άουερστάντ από τον Ναπολέοντα. Οι παραπάνω ήττες και η κατάληψη της Πρωσσίας από τα Γαλλικά στρατεύματα μοιραία οδήγησαν στην αφύπνιση του κοιμώμενου Γερμανικού γίγαντα και του Γερμανικού εθνικισμού.
Με την συντριπτική νίκη εναντίον του Ναπολέοντα στο Βατερλώ το 1815, η Γερμανική υπερηφάνεια κορυφώθηκε και μέσα σ’ αυτό το κλίμα της εθνικής ευφορίας, ο Μπομπ διετύπωσε το 1816 την Ινδογερμανική του θεωρία, η οποία προσέθετε αιώνες ζωής στο Γερμανικό Έθνος. Η δημοσίευση της μελέτης του Μποπ περί «κλιτικού συστήματος της Σανσκριτικής σε σύγκριση με εκείνο της Ελληνικής, Λατινικής, Περσικής και Γερμανικής γλώσσης» απετέλεσε τον θεμέλιο λίθο της Ινδοευρωπαϊκής θεωρίας
Μιας θεωρίας, που δυστυχώς εξακολουθεί να ζει και να ταλανίζει εμάς τους Έλληνες, οι οποίοι έχουμε να επιδείξουμε λαμπρό πολιτισμό από τους Νεολιθικούς ήδη χρόνους, χωρίς να χρειαζόμαστε τα «φώτα» των όποιων «Ινδοευρωπαίων». Το τραγικό όμως είναι, ότι η Ινδοευρωπαϊκή θεωρία, η οποία θα έπρεπε να είχε ήδη ανατραπεί και να έχει…καταλήξει, βάση των αρχαιολογικών τεκμηρίων, εν τούτοις εξακολουθεί να διατηρείται εν ζωή, «διασωληνωμένη» εις την…εντατική των σχολείων και των Πανεπιστημιακών ιδρυμάτων κυρίως της χώρας μας!
Σε τί όμως συνίσταται η περίφημη αυτή Ινδοευρωπαϊκή θεωρία, σε ότι αφορά την Ελλάδα τουλάχιστον; Το λοιπόν, οι Ινδοευρωπαϊστές υποστηρίζουν, ότι οι Έλληνες δεν ήσαν αυτόχθονες και γηγενείς αλλά επήλυδες (μετανάστες), οι οποίοι αφίχθησαν στον Ελλαδικό χώρο απ’ τα Βορρειοανατολικά. Οι παλαιότεροι κάτοικοι της Ελλάδος, τους οποίους ονόμασαν Προέλληνες, είτε αφομοιώθησαν από τους…μετανάστες είτε βρήκαν τον θάνατο από τις ατρόμητες ορδές τους και το εξαίρετο ιππικό τους! Μάλιστα. Εξαιρετικό σενάριο για μια επική παραγωγή του
Hollywood ή μάλλον του…Bollywood μιας και αναφερόμαστε εις τας…Ινδίας! Ας εξετάσουμε όμως και την σχέση του με την πραγματικότητα…
Κατ’ αρχάς, ο πολιτισμός δεν θα μπορούσε να είχε γεννηθεί πουθενά αλλού παρά σε έναν τόπο ευνοημένο απ’ τις κλιματολογικές συνθήκες. Παντού στον κόσμο, μεγάλοι πολιτισμοί ανεδείχθησαν εκεί, όπου οι περιβαλλοντικές συνθήκες ευνόησαν την συγκέντρωση πληθυσμών μετά την εποχή των παγετώνων. Και αυτή τη στιγμή σας μιλάω σαν περιβαλλοντολόγος. Οι περίοδοι πήξεως και τήξεως των πάγων μεταξύ των οποίων έχουμε τους διαφόρους κατακλυσμούς – τρεις εκ των οποίων έχουν καταγραφεί στην Ελληνική παράδοση – έχουν άμεση σχέση με τη γέννηση και την ανάπτυξη του πολιτισμού, λαμβάνοντας υπ’ όψην και το γεγονός, ότι η τελευταία εποχή παγετώνων τελείωσε χοντρικά γύρω στο 10.000 π.Χ.
Από τη στιγμή λοιπόν, που έως την ύστερη παλαιολιθική εποχή, οι περιοχές βορείως του όρους Αίμος ήσαν καλυμμένες από πάγους, κανενός είδους πολιτισμός δεν ήταν δυνατόν να ευδοκιμήσει σε αυτές. Οι παγετώνες εξετείνονταν σε όλη την περιοχή, η οποία είχε το ίδιο γεωγραφικό πλάτος. Κατά συνέπεια, η υποτιθέμενη κοιτίδα των ΙνδοΕυρωπαίων (οι στέπες του Καυκάσου και της Σιβηρίας) ήταν έως την παλαιολιθική εποχή γεμάτη…παγάκια. Γεννάται λοιπόν το ερώτημα: Τί έκαναν οι Έλληνες εκεί πάνω; .
Μοιραία λοιπόν, ο πολιτισμός εγεννήθη στις εύκρατες περιοχές της Μεσογείου. Ακόμη και μετά την τήξη των πάγων, είναι λογικό συνειρμικά να συμπεράνουμε, ότι ο πολιτισμός της Μεσογείου, έχοντας προηγηθεί αρκετά έναντι των πολιτισμών, που ανεπτύχθησαν στις βόρειες περιοχές, διετήρησε αυτό το αρχικό πολιτιστικό του προβάδισμα. Στο σημείο όμως αυτό ανακύπτει το επόμενο ερώτημα: Πότε ήρθαν αυτοί οι Ινδοευρωπαίοι στην Ελλάδα;
Οι Ινδοευρωπαϊστές ποτέ δεν είχαν να δώσουν μια σοβαρή απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα και για να αποφύγουν το σκόπελο υποστηρίζουν, ότι οι Ινδοευρωπαίοι αφίχθησαν κατά κύματα στον Ελλαδικό χώρο μεταξύ της 5ης και της 2ης χιλιετίας π.Χ. Κατ’ αρχάς, δεν υπάρχει κανένα απολύτως αρχαιολογικό τεκμήριο, το οποίο να αποδεικνύει την ύπαρξη ενός προηγμένου πολιτισμού στις περιοχές του Καυκάσου. Κάνω…έκκληση προς όλους σας, να μου δείξετε το οτιδήποτε, ένα ΙνδοΕυρωπαϊκό άγαλμα π.χ. ή κάτι τέλος πάντων, δηλωτικό της ύπαρξης αυτών των…οντοτήτων. Ο ευρών αμοιφθήσεται!
Με δεδομένο το ότι η Νεολιθική Ελλάς είχε προχωρήσει σε τέτοιο βαθμό πολιτιστικά (ο καθηγητής Θεοχάρης αναφέρει, ότι μόνο στη Θεσσαλία είχαν εντοπισθεί, έως τη δεκαετία του 80, περισσότεροι από 170 νεολιθικοί οικισμοί, όπου μάλιστα σε έναν απ’ αυτούς, στη Θεόπετρα Τρικάλων, το ευρισκόμενο σπήλαιο κατοικείτο σύμφωνα με τους ανασκαφείς απ’ το 50.000 π.Χ. και ευρέθησαν σπόροι οσπρίων και σιτηρών ενώ η κεραμική που ανεκαλύφθη στο ίδιο σπήλαιο ανάγεται στη μεσολιθική περίοδο – 9η π.Χ. χιλιετία -) ώστε να εντοπίζουμε ακόμη και λείψανα οδών, άριστα πολεοδομικά σχέδια, μέγαρα και ακροπόλεις, όπως στο Σέσκλο και στο Δισπηλιό καθώς και οχυρωματικά έργα, τα οποία θα ζήλευαν ακόμη και Μεσαιωνικά κάστρα, αναρωτιέμαι πόσο είχαν πραγματικά προχωρήσει πολιτισμικά οι νομάδες μετανάστες απ’ τις στέπες;
Κακά τα ψέματα. Η ανάπτυξη του πολιτισμού υπήρξε απόρροια της μόνιμης εγκατάστασης, η οποία και αποτελεί την απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη της γεωργίας και της κτηνοτροφίας. Η γέννηση της πόλεως συνεπάγονταν βεβαίως την ανάγκη συγκροτήσεως στρατών για την προστασία του συνόλου των πολιτών, οι οποίοι ως καλλιεργητές, αποτελούν το σημαντικότερο παραγωγικό κεφάλαιο για τη νεοσύστατη πόλη. Αυτοί ακριβώς είναι οι Άρειοι, οι ευγενείς πολεμιστές. Οι ΕΛΛΗΝΕΣ πολεμιστές. Η τάξη αυτή των επαγγελματιών του πολέμου συνέχισε να υφίσταται στην Ελλάδα, ως τους αρχαϊκούς χρόνους. Οι Άρειοι, σε καμία περίπτωση δεν περιόρισαν το ρόλο του πολίτου-οπλίτου ενώ αργότερα ο ρόλος τους αναβαθμίζεται, όπως τα αρχαιολογικά ευρήματα αλλά και τα Ομηρικά έπη καταδεικνύουν.
Είναι αναγκαίο κατά συνέπεια, να κατανοήσουμε, ότι δεν φυτρώνουν πολεμιστές απ’ το πουθενά, σαν τα μανιτάρια! Η συγκροτήση στρατών εξυπηρετεί όπως είδαμε την ασφάλεια των κατοίκων καθώς και τη διαφύλαξη της παραγωγικής ζωής των οικισμών. Και τα ερωτήματα καλά…κρατούν ή μάλλον τίθενται αμείλικτα το ένα μετά το άλλο. Πώς ήρθαν αλήθεια οι περίφημοι ΙνδοΕυρωπαίοι στην Ελλάδα; Μήπως από ξηράς, με όλο τους τον πληθυσμό, μαζί και τα γυναικόπαιδα και κατόρθωσαν να κατακτήσουν τις χιλιάδες, έστω και πρώιμες, των Ελληνικών πόλεων; Με τί…προσόντα;
Μα, είχαν εξημερώσει τον ίππο λένε οι ΙνδοΕυρωπαϊστές. Μπούρδες, είναι το μόνο…σοβαρό σχόλιο! Στην Ελλάδα υπήρχαν ίπποι εδώ και εκατομμύρια έτη, όπως αποδεικνύουν οι έρευνες του Άρη Πουλιανού (έχει βρεθεί αποτύπωμα γνάθου ίππου στη Χαλκιδική, το οποίο χρονολογείται 11 εκατομ. έτη παρακαλώ) χώρια τις βραχογραφίες του 4.500 π.Χ. στο όρος Παγγαίο, όπου εικονίζονται έφιπποι άντρες. Ναι αλλά, συνεχίζουν οι ΙνδοΕυρωπαϊστές, οι ΙνδοΕυρωπαίοι έφεραν τη γνώση της κατεργασίας των μετάλλων και συγκεκριμένα του χαλκού. Μπούρδες εις το τετράγωνο φίλοι μου! Η κατεργασία μετάλλων στον Ελλαδικό χώρο είχε τεκμηριωμένα αρχίσει από τα τέλη της 6ης χιλιετίας.
Στο παραπάνω συμπέρασμα έχει μοιραία οδηγηθεί η αρχαιολογική σκαπάνη από πληθώρα χρυσών κοσμημάτων, που ευρέθησαν σε όλη τη σημερινή Ελληνική επικράτεια αλλά και σε περιοχές της Μικράς Ασίας. Η μετάβαση από την επεξεργασία του χρυσού σε αυτή του χαλκού και του ορείχαλκου αργότερα, έγινε ομαλά, όπως μαρτυρούν και τα ευρήματα. Αντίθετα, οι πολιτισμοί της στέπας, λόγω του νομαδικού τους βίου δεν έχουν την τεχνογνωσία να κατεργαστούν τα μέταλλα, η οποία προϋποθέτει σταθερή εγκατάσταση ή τουλάχιστον πρόσβαση σε μια περιοχή με τις απαραίτητες πρώτες ύλες.
Πώς λοιπόν ήρθαν οι Ινδοευρωπαίοι; Για να ανταπεξέλθουν όλες αυτές τις…ενοχλητικές αναζητήσεις, οι ΙνδοΕυρωπαϊστές ομολογούν, ότι η εισβολή των ΙνδοΕυρωπαίων έγινε εκ της θαλάσσης! Ε, αυτό είναι το πιο γελοίο επιχείρημα της εν γένει γελοίας αυτής θεωρίας! Πού βρήκαν οι ΙνδοΕυρωπαίοι τα πλοία; Και που έμαθαν να ναυμαχούν; Μήπως στις…στέπες; Και επί προσθέτως, γιατί οι κάτοικοι του Αιγαίου, οι οποίοι τεκμηριωμένα ναυσιπλοούσαν τουλάχιστον από την 8η χιλιετία, όπως απ’ τα ευρύματα είτε στο Φράχθι της Ερμιονίδος (είτε από ναυάγια, όπως αυτό της Λήμνου είτε από βραχογραφίες) δεν επεχείρησαν να τους σταματήσουν; Αλλά ξέχασα. Σύμφωνα με την…φοβερή (και θολερή) αυτή θεωρία, τόσο οι Κυκλαδίτες όσο και οι Μινωίτες δεν ήσαν Έλληνες αλλά κάποια άγνωστα…Προελληνικά φύλα! Για γέλια ή για κλάματα; Όχι, πείτε μου…
Οι Ινδοευρωπαϊστές στηρίζουν τους ισχυρισμούς τους, από τα λέιψανα και τις επιβεβαιωμένες καταστροφές πολλών θεωρουμένων ως Προελληνικών, νεολιθικών οικισμών, όπως της Λέρνης και του Σέσκλου, το οποίο αποτελεί και τον παλαιότερο νεολιθικό οικισμό της Ευρώπης. Γιατί θα πρέπει όμως απαραίτητα αυτές να αποδοθούν σε ξενική εισβολή και όχι σε έναν εμφύλιο πόλεμο, αιτία εκρήξεως του οποίου θα μπορούσε να είναι ο έλεγχος της πλούσιας Θεσσαλικής πεδιάδος; Το γεγονός άλλωστε ότι το Σέσκλο δεν κατεστράφη από ΙνδοΕυρωπαϊκή εισβολή, αποδεικνύεται από το γεγονός, ότι η διάδοχος ισχυρή πόλη της Θεσσαλικής πεδιάδος, το Διμήνι, ακολουθεί το ίδιο με το Σέσκλο πολεοδομικό σχέδιο, με ακρόπολη προστατευμένη από οχυρωματικούς περιβόλους και μέγαρο.
Είναι προφανές, ότι η ακρόπολη του Διμηνίου αποτελεί μετεξέλιξη της ακροπόλεως του Σέσκλου. Στην 5η χιλιετία όμως, δεν είχαμε πολιτισμική ανάπτυξη μόνο στη Θεσσαλία. Η Αττική έχει να παρουσιάσει δεκάδες νεολιθικές θέσεις. Στη Νέα Μάκρη βρέθηκαν λείψανα πλακόστρωτης οδού, παρακαλώ! Έργα οδοποιίας χρειάζονταν προφανώς ένας πολιτισμός, που είχε εξελίξει το εμπόριο και τις μεταφορές και ο οποίος το πιθανότερο είναι να χρησιμοποιούσε και άρματα ή άμαξες. Στη Νέα Μάκρη επίσης, δεν παρατηρείται καμιά διαταραχή κατά τη διάρκεια της μεταβάσεως από την αρχαιοτέρα στη μέση νεολιθική περίοδο. Άρα, δεν μπορούμε να ομιλούμε για γενικευμένη εισβολή στην Ελλάδα κάποιων ξένων φυλών.
Κατά συνέπεια, η περίπτωση των καταστροφών στη Θεσσαλία είναι μεμονωμένη και δεν επαναλαμβάνεται ούτε στην Αττική ούτε και στην Εύβοια, όπου στον οικισμό Λευκαντί η κατοίκηση συνεχίζεται αδιάκοπα από τους νεολιθικούς έως τους Βυζαντινούς χρόνους. Ομοίως, πολύ αργότερα, κατά την καταστροφή των Μυκηναϊκών βασιλείων, (1200-1100π.Χ) πάλι είναι αστείο να μιλάμε για ξενική εισβολή αφού πρόκειται σαφώς για εμφύλιες διαμάχες με πρωτεργάτες του απογόνους του Ηρακλέους, οι οποίοι ως εξόριστοι απ’ την Πελοπόννησο (αλήθεια, ο Ηρακλής δεν πήγε στη Θήβα;) επέστρεψαν στα πάτρια εδάφη και διεκδικούσαν πίσω τον θρόνο τους. Απλά πραγματάκια. Αυτή είναι η περιβόητη (ή μάλλον η…διαβόητη) κάθοδος των Δωριέων, για την οποίαν έχει γίνει τόσος…ντόρος τα τελευταία χρόνια! Δεν πρόκειται για τίποτε άλλο παρά για την επιστροφή των Ηρακλειδών.
Βεβαίως, ένας άλλος λόγος, ο οποίος συνετέλεσε στην καταστροφή των Μυκηναϊκών βασιλείων ήταν, εκτός από τις φυσικές καταστροφές (σεισμοί αλλά και πρόσκρουση μετεωρίτου, όπως καταδεικνύουν τα νεότερα επιστημονικά δεδομένα των ερευνών του καθηγητή Μαρινάτου) και οι επιδρομές των λαών της θαλάσσης (όχι δεν πρόκειται για….ΙνδοΕυρωπαίους, είπαμε πού να τα βρουν τα πλοία στις στέππες). Αρκετοί απ’ αυτούς ήσαν ομοίως Έλληνες, όπως για παράδειγμα οι Τυρρηνοί πειρατές (λέγε μας Ετρούσκους).
Στοιχεία, τα οποία αποτελούν απτές αποδείξεις για την αυτοχθονία των προγόνων μας, βρίθουν σε κάθε σημείο της ιερής Ελληνικής γης. Ενδεικτικά αναφέρω τον Αρχάνθρωπο των Πετραλώνων και τα ευρύματα της Τρίλλιας, που έφερε στο φως ο Άρης Πουλιανός, όπου και ανεκάλυψε κνήμη όρθιου ανθρώπου ηλικίας 11 εκατομ. ετών! Οι εν λόγω ανακαλύψεις αποτελούν αδιάψευστα τεκμήρια για την παλαιότητα της Ελληνικής φυλής. Bάση χρονολόγησης που δίνουν ξένα Πανεπιστήμια ο άνθρωπος των Πετραλώνων χρονολογείται μεταξύ 1.000.000 και 500.000 π.Χ. και ανήκει βεβαίως στον Άνθρωπο τον Όρθιο (Homo Erectus).
Τμήμα συνοικίας με καλά διατηρημένα οικοδομήματα, η οποία ανήκε σε μεγάλη πόλη της Ανδρου, που ήκμασε κατά τη Μέση Εποχή του Χαλκού (2000-1900 π.Χ. περίπου), ήλθε στο φως στη διάρκεια σωστικής ανασκαφής από την ΚΑ’ ΕΠΚΑ σε ακίνητο στο ακρωτήριο Πλάκας Ανδρου.
Συγκεκριμένα, η ανασκαφή αποκάλυψε τουλάχιστον τέσσερα καλά διατηρημένα οικοδομήματα και δρόμο με βαθμίδες που φαίνεται να οδηγεί σε μικρή πλατεία. Από τα τέσσερα κτίρια, το ένα διατηρείται μέχρι το επίπεδο του πρώτου ορόφου και έχει διαστάσεις 8χ9μ.
Από τα άλλα τρία αποκαλύφθηκε μόνο τμήμα τους, ενώ ένα από αυτά είναι κτισμένο πάνω σε άλλο παλαιότερο. Στα κτίρια των δύο φάσεων υπάρχουν πολλά ευρήματα -κυρίως κεραμικά- και σε καλή κατάσταση. Ξεχωρίζουν μεγάλα αποθηκευτικά πιθάρια, πρόχοι, πιθοειδή αγγεία, λίθινα εργαλεία (τριβεία, τριπτήρες), κ.λπ.
Σύμφωνα με τα ως τώρα στοιχεία φαίνεται ότι η πόλη είχε υποστεί μεγάλες αλλεπάλληλες καταστροφές, πιθανότατα από σεισμούς, από το τέλος της Πρωτοκυκλαδικής μέχρι και το μέσο της Μεσοκυκλαδικής Εποχής. Η τελευταία καταστροφή τοποθετείται στην πρώιμη Μεσοκυκλαδική περίοδο (2000-1900 π.Χ. περίπου) και η αμέσως προηγούμενη στο τέλος της Πρωτοκυκλαδικής ΙΙΙΒ και στις αρχές της πρώιμης Μεσοκυκλαδικής περιόδου.
Η ίδρυση της πόλης πιθανότατα να ανάγεται πολύ παλαιότερα και σε αυτό συνηγορούν δύο σημαντικά ευρήματα. Το πρώτο είναι ένα στρώμα καταστροφής, που βρέθηκε ανάμεσα σε δύο από τα κτίρια, με πλήθος κεραμικών, η οποία καλύπτει τουλάχιστον την Πρωτοκυκλαδική ΙΙΙΒ περίοδο.
Το δεύτερο είναι η εύρεση στην άκρη της πόλης βραχογραφιών εξαιρετικής σπουδαιότητας, οι οποίες παρουσιάζουν κοινά στοιχεία ως προς την τεχνική, την κλίμακα και τη θεματογραφία με τις βραχογραφίες του νεολιθικού οικισμού του Στρόφιλα στην Ανδρο.
Οι βραχογραφίες αυτές ενισχύουν το ενδεχόμενο οι κάτοικοι του μεγάλου οικισμού του Στρόφιλα να μετακινήθηκαν στο πλησιέστερο στη θάλασσα ακρωτήριο της Πλάκας προς το τέλος της Τελικής Νεολιθικής περιόδου (3300π.Χ. περίπου). Αναμφίβολα αποτελούν ισχυρότατο κρίκο σύνδεσης της Τελικής Νεολιθικής περιόδου με την εποχή του Χαλκού, καταδεικνύοντας την πολιτιστική συνέχεια κατά την προϊστορική εποχή στις Κυκλάδες.
Τον οικισμό της Πελάνας του αρχαιολόγου Θεόδωρου Σπυρόπουλου, ο οποίος ανεκάλυψε, πως κάτω από τη Σπάρτη υπάρχουν τα ερείπια της αρχαίας Λακεδαίμονος, πόλη πολύ προγενέστερη, που χάνεται στην αχλύ των χιλιετηρίδων δεν τον έχουν ακουστά οι κύριοι Ινδοευρωπαϊστές; Ή μήπως δεν έχουν ακούσει για τις Ελληνικές πυραμίδες, όπως για παράδειγμα είναι αυτή του Ελληνικού στο Άργος, οι οποίες έχουν χρονολογηθεί ως αρχαιότερες των Αιγυπτιακών; Θα πρέπει να έχουν αυξημένα ποσοστά…βαρυκοϊας, δεν εξηγείται αλλιώς, διότι όποια πέτρα κι αν σηκώσεις, η Ελληνική γη φωνάζει από μόνη της!
Θα το ξαναπώ για άλλη μια φορά. Η Ινδοευρωπαϊκή θεωρία δεν είναι καν μια θεωρία, που μπάζει από χίλιες δυο μεριές αλλά είναι μια γλωσσολογική μελέτη και μόνο, βασισμένη σε κάποιες ομοιότητες λέξεων, η οποία όμως ακόμα και αμιγώς γλωσσολογικά, καταρρίπτεται. Θέλετε να σας την καταρρίψω εδώ, μέσα σε δυο γραμμές; Προσέξτε: Η ινδοευρωπαϊκή ρίζα mar– σε όλες τις άλλες γλώσσες αποδίδει τη θάλασσα (λατ: mar, γαλ: mer, ιταλ: mare, γερμ: meer). Αντίθετα, εις την Ελληνικήν υπάρχει η ρίζα αλς με όλα τα παράγωγά της, τα οποία ισχύουν έως και σήμερα (π.χ. ναυσιπλοοία). Γιατί να συμβαίνει αυτό;
Γιατί οι Έλληνες, εφ’ όσον είναι ΙνδοΕυρωπαϊκής καταγωγής δεν εκφράζουν την έννοια της θάλασσας με μια ομόρριζη των Ευρωπαϊκών λέξη; Μήπως διότι οι Έλληνες ήσαν τελικά ο πρώτος λαός, ο οποίος συνεδέθη τόσο στενά με το υγρό στοιχείο από τις απαρχές της ιστορίας τους, με αποτέλεσμα η θάλασσα να απετέλεσε και να αποτελεί τον κατ’ εξοχήν παράγοντα που διεμόρφωσε το χαρακτήρα του Ελληνικού πολιτισμού; Ε ναι λοιπόν! Οι αέναοι ταξιδευτές Έλληνες, είτε ως Πελασγοί, είτε ως Μινωίτες, είτε ως Μυκηναίοι αργότερα, διέσχισαν απ’ τους παλαιότατους χρόνους τη Γηραιά Ήπειρο, εμπορευόμενοι με τους άγριους τότε Ευρωπαίους, στους οποίους και έδωσαν τα φώτα τους.
Και αυτά δεν τα λέω εγώ ή ο οποιοσδήποτε αλλά τα έχουν καταγράψει οι αρχαίες παραδόσεις, επιβεβαιωμένες απ’ τις αρχαιολογικές ανασκαφές. Χιλιάδες Ελληνικά τοπονύμια στη Βρετανία, όπου οι Έλληνες την επισκέπτονταν τακτικά για να εισάγουν κασσίτερο για τα όπλα τους, ευρήματα μυκηναϊκών ξιφών στα δάση της Γερμανίας, ερείπια από μυκηναϊκά ανάκτορα στην Βορειοανατολική Ευρώπη και πάει λέγοντας…Πρόσφατα μάλιστα, ο αρχαιολόγος Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης ανεκάλυψε ανάκτορο της Κνωσσού στο Τουρκμενιστάν, (Αφγανιστάν) είδηση, η οποία έκανε τον γύρο του κόσμου αλλά που στην Ελλάδα σχεδόν απεσιωπήθη, με εξαίρεση κάποια ελάχιστα media, τα οποία την προέβαλαν. Έως και την ακριβή πορεία, τον ακριβή πλού, που ακολούθησαν οι Έλληνες θαλασσοπόροι για να προσεγγίσουν τις ακτές της…Βόρειας Αμερικής μας αναφέρει με κάθε λεπτομέρεια ο Πλούταρχος.
Η αρχαιότερη ίσως στον κόσμο βυθισμένη πόλη βρίσκεται στο Παυλοπέτρι της νότιας Λακωνίας, σε βάθος μόλις τριών έως τεσσάρων μέτρων και πολύ κοντά σε μια αμμουδερή ακτή ιδιαίτερα δημοφιλή στους τουρίστες και τους κατασκηνωτές. Τώρα μια ομάδα επιστημόνων από το Ερευνητικό Κέντρο Υποβρύχιας Αρχαιολογίας του βρετανικού Πανεπιστημίου του Νότιγχαμ, σε συνεργασία με Έλληνες συναδέλφους τους, φιλοδοξούν να αποκαλύψουν τα μυστικά της, με τη βοήθεια εξελιγμένου ηλεκτρονικού εξοπλισμού που μπορεί να φέρει επανάσταση στο χώρο της ενάλιας αρχαιολογίας. Τα απομεινάρια της βυθισμένης προϊστορικής πόλης, που χρονολογείται από τουλάχιστον το 2800 πΧ., περιλαμβάνουν ανέπαφα κτίρια, αυλές, δρόμους, καθώς και μεταγενέστερους τάφους που πιστεύεται ότι ανήκουν στη Μυκηναϊκή περίοδο.
Μινωίτες ταξίδεψαν μέχρι την βόρεια θάλασσα .Σύμφωνα με τα τελευταία ευρήματα γερμανών αρχαιολόγων.
ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΣΤΟ ΛΥΚΑΙΟΝ ΟΡΟΣ
Ο Δίας «έκρυβε» 900 χρόνια
Του John Νoble Wilford Επιμέλεια: Μαίρη Αδαμοπούλου
Ο βωμός του Διός στο Λύκαιον Όρος «μιλά» και οι αρχαιολόγοι ισχυρίζονται πως ο Δίας λατρευόταν στην Αρκαδία ήδη από το 3000 π.Χ.
Κατά 900 χρόνια γηραιότερος από ό,τι πιστευόταν αποδεικνύεται ο Δίας σύμφωνα με νέα αρχαιολογική έρευνα στο Λύκαιον Όρος, στην Αρκαδία.
Πλήρη ανατροπή στη ζωή του πατέρα θεών και ανθρώπων – του πανίσχυρου Δία- φέρνει η αρχαιολογική σκαπάνη, που έρχεται να «αποδείξει» πως ο ισχυρός θεός «γεννήθηκε» το 3000 π.Χ., δηλαδή 900 χρόνια παλαιότερα από ό,τι πιστευόταν μέχρι τώρα. Πριν στήσει τον θρόνο του στον Όλυμπο, είχε εγκατασταθεί στην Αρκαδία, στο Λύκαιον Όρος
Σκεφθείτε λοιπόν μόνοι σας, με βάση την ψυχρή Αριστοτέλεια λογική. Τι σας φαίνεται πιθανότερο και πιο φυσιολογικό; Ο πολιτισμός να ξεκίνησε από εδώ, όπου υπήρχαν όλες εκείνες οι συνθήκες, οι οποίες ευνοούσαν την ανάπτυξή του και εν συνεχεία οι Έλληνες σαν λαός ναυτικός να τον μετελαμπάδευσαν σε όλον τον υπόλοιπο κόσμο ή να γεννήθηκε, άγνωστο πως, στις στέππες του Βορρά; Η απάντηση είναι μέσα σας. Είναι καιρός όμως να την βγάλετε και έξω, να την…εξακοντίσετε, ούτως ώστε να σταματήσει επιτέλους να διαιωνίζεται αυτή η πλάνη, το μύθευμα των ανύπαρκτων Ινδοευρωπαίων, το οποίο χρησιμοποιούν σήμερα κάποιοι κύκλοι, έχοντας συγκεκριμένα συμφέροντα να κουτσουρέψουν την Ελληνική Ιστορία και να πλήξουν την Ελλάδα και τον Ελληνισμό.
Είναι στο χέρι μας. Το χρωστάμε. Στην ιστορική αλήθεια, την οποίαν επιβάλλεται να υπηρετούμε. Το χρωστάμε στην έννοια της δικαιοσύνης. Το χρωστάμε στους προγονούς μας αλλά και σε εμάς τους ίδιους. Διότι ένας λαός, που δεν γνωρίζει το παρελθόν του τότε δεν μπορεί να έχει και μέλλον.
«ΤΑΥΤΗΝ ΓΑΡ ΟΙΚΟΥΜΕΝ ΟΥΧ ΕΤΕΡΟΥΣ ΕΚΒΑΛΟΝΤΕΣ ΟΥΔ’ ΕΡΗΜΗΝ ΚΑΤΑΛΑΒΟΝΤΕΣ ΟΥΔ’ ΕΚ ΠΟΛΛΩΝ ΕΘΝΩΝ ΜΙΓΑΔΕΣ ΣΥΛΛΕΓΕΝΤΕΣ, ΑΛΛ’ ΟΥΤΩ ΚΑΛΩΣ ΚΑΙ ΓΝΗΣΙΩΣ ΓΕΓΟΝΑΜΕΝ ΩΣΤ’ ΕΞ ΗΣΠΕΡ ΕΦΥΜΕΝ, ΤΑΥΤΗΝ ΕΧΟΝΤΕΣ ΑΠΑΝΤΑ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟΝ ΔΙΑΤΕΛΟΥΜΕΝ,ΑΥΤΟΧΘΟΝΕΣ ΟΝΤΕΣ…»
«Ισοκράτους Πανηγυρικός», (24 – 25):
.
Η ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΦΥΛΗ, Η ΚΑΘΟΔΟΣ ΤΩΝ ΔΩΡΙΕΩΝ ΚΑΙ Η ΦΟΙΝΙΚΙΚΗ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΑΛΦΑΒΗΤΟΥ – Ο ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗΣ ΣΥΓΧΥΣΗΣ
Όσοι δώσαμε λίγη προσοχή στο μάθημα της ιστορίας, όταν το διδασκόμασταν στο σχολείο,μάθαμε για το μεγαλείο το αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.
Ενώ όμως τα πεπραγμένα των προγόνων μας, μάς γέμιζαν δέος και υπερηφάνεια, κάπου «ξενερώναμε» όταν μαθαίναμε ότι δεν είμαστε γηγενείς Έλληνες, το αλφάβητό μας το «δανειστήκαμε» από άλλον λαό, ενώ και η γλώσσα μας από κάπου αλλού «κρατούσε η σκούφια της».
Υποψιάζομαι (δεν το γνωρίζω, για να είμαι ειλικρινής), ότι πάνω κάτω η ίδια ιστορία διδάσκεται στα σχολεία.
Η εξάπλωση του διαδικτύου όμως, μας έφερε μπροστά σε μια απίστευτα μεγάλη «βιβλιοθήκη» και πηγή γνώσης. Κι όσο περισσότερο ψάξει κανείς για το συγκεκριμένο θέμα, θα διαπιστώσει ότι από κάποιο σημείο και πριν, θα βρεθεί εν μέσω πολιτισμικής σύγχυσης.
Ας τα πάρουμε όμως ένα ένα κι ας δούμε που βρίσκεται ο μύθος και που η πραγματικότητα…
Η Ινδοευρωπαϊκή φυλή και γλωσσική οικογένεια
Ο μύθος
Σύμφωνα με κάποιους Ευρωπαίους γλωσσολόγους του 18/19ου αι. μ.Χ. (F. Sasseti = Ιταλός, F. Bopp = Γερμανός, W. Jones = Άγγλος κ.α.), οι λαοί από Ινδίες μέχρι Γερμανία πριν από 3000 χρόνια είχαν μια κοινή γλώσσα. Τη γλώσσα αυτή την ονομάζουν «μητέρα ινδογερμανική ή ινδοευρωπαϊκή γλώσσα» και απ’ αυτή, λένε, αποσπάστηκαν η αρχαία ελληνική, η λατινική κ.α. γλώσσες.
Η ομοιότητα βασικών λέξεων στη σανσκριτική, αρχαία ελληνική, λατινική, γερμανική, αγγλική κ.ά. όπως πατέρας (σανσκ. pita, αρχ. ελλ. πατήρ, λατ. pater, γερμ. Vater, αγγλ. father), μητέρα (σανσκ. mata, αρχ. ελλ. μήτηρ, λατ. mater, γερμ. Mutter, αγγλ. mother), σπίτι (σανσκ. dáma-, αρχ. ελλ. δόμος, λατ. domus) άλογο (σανσκ. áśva-, αρχ. ελλ. ἵππος, λατ. equus) κλπ. οδήγησε τους γλωσσολόγους στην υπόθεση ότι οι λέξεις αυτές έχουν κοινή ρίζα. Η ύπαρξη κοινών ριζών οδήγησε με τη σειρά της στην υπόθεση ότι οι γλώσσες αυτές προέρχονται από μια κοινή πρωτογλώσσα, η οποία ονομάζεται συμβατικά πρωτοϊνδοευρωπαϊκή (ΠΙΕ).
Δεν υπάγονται στην ινδοευρωπαϊκή ομογλωσσία: η φιλανδική, η εσθονική, η ουγγρική, η τουρκική, η βασκική, η αραβική και η εβραϊκή.
Η μορφή της ελληνικής γλώσσας μετά τη διαφοροποίησή της από την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή και πριν τη διαίρεσή της στις μετέπειτα ελληνικές διαλέκτους (Μυκηναϊκή, Δωρική, Αττική-Ιωνική, Αρκαδοκυπριακή κλπ.), ονομάστηκε πρωτοελληνική.
Η πιθανότητα κοινής καταγωγής κάποιων από αυτές τις γλώσσες προτάθηκε για πρώτη φορά από τον Μάρκους Τσίριους φαν Μπόξχορν το 1647, που θεωρούσε ότι εξελίχτηκαν από τη σκυθική, μια ιρανική γλώσσα. Η θεωρία του φαν Μπόξχορν δεν έγινε ευρύτερα γνωστή και δεν είχε συνέχεια. Η υπόθεση της κοινής καταγωγής προτάθηκε και πάλι από τον Σερ Γουίλιαμ Τζόουνς που αντιλήφτηκε και επισήμανε το 1796 ομοιότητες ανάμεσα στις τέσσερις από τις παλιότερες γλώσσες που ήταν γνωστές στην εποχή του, τη λατινική, την ελληνική, τη σανσκριτική και την περσική γλώσσα. Η συστηματική σύγκριση αυτών και άλλων αρχαίων γλωσσών από τον Φραντς Μποπ υποστήριξε αυτή τη θεωρία και η “Συγκριτική Γραμματική” του, που δημοσιεύτηκε μεταξύ του 1833 και του 1852, θεωρείται η αρχή των ινδοευρωπαϊκών σπουδών ως ακαδημαϊκού κλάδου.
Η κοινή προγονική (αποκατεστημένη) γλώσσα ονομάζεται όπως είπαμε, πρωτοϊνδοευρωπαϊκή (ΠΙΕ). Υπάρχει διαφωνία για την αρχική γεωγραφική θέση (η αποκαλούμενη «Urheimat» ή «κοιτίδα») που εντοπίζεται. Υπάρχουν σήμερα κυρίως δύο προτάσεις:
1. οι στέπες βόρεια της Μαύρης Θάλασσας και της Κασπίας (βλ. Κουργκάν)
2. η Ανατολία (βλ. Κόλιν Ρένφριου)
Οι υποστηρικτές της υπόθεσης Κουργκάν τείνουν να χρονολογούν την πρωτογλώσσα περίπου στο 4.000 π.Χ., ενώ οι υποστηρικτές της καταγωγής από την Ανατολία συνήθως τη χρονολογούν αρκετές χιλιετίες νωρίτερα, συνδέοντας τη διάδοση των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών με τη νεολιθική διάδοση της γεωργίας (βλ. Ινδοχεττιτική), τέλος οι υποστηρικτές της παλαιολιθικής συνέχειας την χρονολογούν ακόμα παλαιότερα κάπου στην ανώτερη παλαιολιθική.
Η υπόθεση Κουργκάν προτάθηκε αρχικά από τη Μαρίγια Γκιμπούτας στη δεκαετία του 1950. Σύμφωνα με την υπόθεση Κουργκάν, η πρώιμη ΠΙΕ από τους χαλκολιθικούς πολιτισμούς της στέπας της 5ης χιλιετίας π.Χ. ανάμεσα στη Μαύρη Θάλασσα και το Βόλγα.
Χρονολογικά η θεωρία της εξέλιξης της ινδοευρωπαϊκού «πολιτισμού» έχει ως εξής:
4500 π.Χ. – 4000 π.Χ.: Πρώιμη ΠΙΕ. Πολιτισμός Στρέντνυ Στογκ, Δνείπερου – Δον και Σαμάρα, εξημέρωση του αλόγου.
4000 π.Χ. – 3500 π.Χ.: Ο πολιτισμός Γιάμνα, οι πρωτοτυπικοί οικοδόμοι κουργκάν, εμφανίζονται στη στέπα και ο πολιτισμός Μαϊκόπ στο βόρειο Καύκασο. Οι ινδοχεττιτικές θεωρίες τοποθετούν το διάσπαση της πρωτοανατολικής γλώσσας πριν από αυτήν την περίοδο.
3500 π.Χ. – 3000 π.Χ.: Μέση ΠΙΕ. Ο πολιτισμός Γιάμνα βρίσκεται στην ακμή του, αντιπροσωπεύοντας την κλασική ανασυγκροτημένη Πρωτοϊνδοευρωπαϊκή κοινωνία, με λίθινα είδωλα, πρώιμα δίτροχα πρωτοάρματα, ασκώντας κυρίως την κτηνοτροφία αλλά επίσης με μόνιμους οικισμούς και φρούρια πάνω σε λόφους (hillforts), συντηρούμενη από τη γεωργία και το ψάρεμα κατά μήκος των ποταμών. Η επαφή του πολιτισμού Γιάμνα με τους πολιτισμούς της ύστερης Νεολιθικής Ευρώπης είχε ως αποτέλεσμα την “κουργκανοποίηση” των πολιτισμών των Σφαιρικών αμφορέων και Μπάντεν. Ο πολιτισμός Μάικοπ μας δινει τις πρωιμότερες μαρτυρίες της έναρξης της Εποχής του Χαλκού και χάλκινα όπλα και αντικείμενα (artefacts) κάνουν την εμφάνισή τους στην περιοχή Γιάμνα. Πιθανώς πρώιμη σατεμοποιήση.
3000 π.Χ. – 2500 π.Χ.: Ύστερη ΠΙΕ. Ο πολιτισμός Γιάμνα εκτείνεται σε όλη τη στέπα της Μαύρης Θάλασσας. Ο πολιτισμός των Σχοινοειδών Προϊόντων (Corded Ware culture) εκτείνεται από το Ρήνο ως το Βόλγα και αντιστοιχεί στην ύστερη φάση της ινδοευρωπαϊκής ενότητας με την αχανή “κουργκανοποιημένη” περιοχή να αποσυντίθεται σε διάφορες ανεξάρτητες γλώσσες και κουλτούρες, ακόμα σε χαλαρή επαφή που επιτρέπει τη διάδοση της τεχνολογίας και των πρώιμων δανείων ανάμεσα στις ομάδες, εκτός από τον κλάδο των γλωσσών της Ανατολίας και τον Τοχαρικό, που είναι ήδη απομονωμένοι από αυτές τις διαδικασίες. Η διάσπαση σε κέντουμ και σάτεμ είναι πιθανώς ολοκληρωμένη αλλά οι φωνητικές τάσεις της σατεμοποίησης παραμένουν ενεργές.
2500 π.Χ. – 2000 π.Χ.: Η διάσπαση των αποδεδειγμένων διαλέκτων σε πρωτογλώσσες έχει ολοκληρωθεί. Η πρωτοελληνική μιλιέται στα Βαλκάνια, η πρωτοϊνδοιρανική βόρια τις Κασπίας στον πολιτισμό Σντάσα – Πέτροβκα. Η Κεντρική Ευρώπη φτάνει στην Εποχή του Χαλκού με τον πολιτισμού του Λάγυνου, που αποτελείται πιθανόν από διάφορες κέντουμ διαλέκτους. Η πρωτοσλαβική (ή εναλλακτικά η πρωτοσλαβική και η πρωτοβαλτική κονότητα με στενή επαφή μεταξύ τους) αναπτύσσονται στην βορειοανατολική Ευρώπη. Οι μούμιες Ταρίμ πιθανόν αντιστοιχούν στους πρωτοΤοχάρους.
2000 π.Χ. – 1500 π.Χ.: Εφευρίσκεται το άρμα οδηγώντας στη διάσπαση και τη γρήγορη διάδοση των Ιρανικών και των Ινδικών γλωσσών από τον πολιτσμό Αντρόνοβο και το Αρχαιολογικό Σύμπλεγμα Βακτριανής-Μαργκιάνα (Vactria–Margiana) σε μεγάλο μέρος της Κεντρικής Ασίας, της βόρειας Ινδίας, του Ιράν και της ανατολικής Ανατολίας. Η πρωτοανατολική διασπάται σε Χεττιτική και Λουβική. Ο προ-πρωτοκελτικός πολιτισμός Ουνέτισε (Unetice) έχει μια δραστήρια μεταλλουργική βιομηχανία (ουράνιος δίσκος Νέμπρα) (Nebra skydisk).
1500 π.Χ. – 1000 π.Χ.: Η σκανδιναβική Εποχή του Χαλκού αναπτύσσει την (προ-)πρωτογερμανική και οι (προ-)πρωτοκελτικοί πολιτισμοί Ούρφιλντ και Χάλστατ εμφανίζονται στην Κεντρική Ευρώπη εγκαινιάζοντας την Εποχή του Σιδήρου. Πρωτοϊταλική μετανάστευση στην Ιταλική χερσόνησο. Παρακμή της Ρίγκβεδα και άνοδος του βεδικού πολιτισμού στο Πουντζάμπ. Άνθηση και πτώση της Χεττιτικής Αυτοκρατορίας. Ο Μυκηναϊκός πολιτισμός δίνει τη θέση του στους Ελληνικούς Σκοτεινούς Αιώνες.
1000 π.Χ. – 500 π.Χ.: Οι κελτικές γλώσσες διαδίδονται στην Κεντρική και Δυτική Ευρώπη. Η Βόρεια Ευρώπη μπαίνει στην προ-ρωμαϊκή Εποχή του Σιδήρου, τη φάση διαμόρφωσης της πρωτογερμανικής. Ο Όμηρος εγκαινιάζει την ελληνική λογοτεχνία και την πρώιμη Κλασική Αρχαιότητα. Ο βεδικός πολιτισμός δίνει τη θέση του στις Μαχανατζαναπάντας (Mahajanapadas). Ο Ζωροάστρης (Ζαρατούστρα) συνθέτει τις Γκάθα (“ύμνοι”), άνοδος της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών παίρνοντας τη θέση των Ελαμιτών και της Βαβυλωνάς. Οι Κιμμέριοι (πολιτισμός Σρούμπνα) αντικαθίστανται από τους Σκύθες στη στέπα της Μαύρης Θάλασσσας. Οι Αρμένιοι διαδέχονται τον πολιτισμό Ουράρτου. Διαχωρισμός των πρωτοϊταλικών σε οσκοουμβρική και λατινοφαλισκική και ίδρυση της Ρώμης. Δημιουργία του ελληνικού και του αρχαίου ιταλικού αλφαβήτου. Μια ποικιλία παλαιοβαλκανικών γλωσσών μιλιέται στη Νότια Ευρώπη. Οι γλώσσες της Ανατολίας έχουν εκλείψει
Η πραγματικότητα
Η θεωρία της ινδοευρωπαϊκής φυλής και γλώσσας είναι κατά βάση ένα ρατσιστικό δημιούργημα που πλάστηκε βασικά από ορισμένους Γερμανούς (ο λόγος και που την πρώτη φορά ονομάστηκε « ινδογερμανική») προπαγανδιστές με σκοπό να εκθειάσουν την ανωτερότητα της λευκής ή άλλως Αρείας φυλής και συνάμα να δείξουν ότι η Γερμανική φυλή έχει σχέση με τους καλύτερους λαούς – πολιτισμούς της αρχαιότητας (Έλληνες, Ρωμαίους κ.α.) και γι αυτό πρέπει να ηγεμονεύσει του κόσμου.
Η θεωρία των ινδοευρωπαίων και γενικά των ομογλωσσιών όχι μόνο δε στηρίζεται σε κανένα συγγραφικό, αρχαιολογικό και ανθρωπολογικό αρχαιολογικό εύρημα, αλλά αγνοείται ακόμη και από την τις μυθολογίες όλων των λαών. Μα, αν υπήρξε ινδοευρωπαϊκή φυλή, άρα και γλώσσα, τότε θα είχε αφήσει γραπτά ή αρχιτεκτονικά μνημεία; Έπειτα είναι λογικό το να λέμε π.χ. ότι οι Ινδοί, που είναι σχεδόν μαύροι και κατοικούν στα βάθη της Ασίας, ανήκουν στην ινδοευρωπαϊκή φυλή ή είναι συγγενείς των Ελλήνων και οι μελαχρινοί Κρητικοί όχι;
Η θεωρία της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας και γλώσσας στηρίζεται απλώς και μόνο σε επιδέξιες λεξικές συγκρίσεις που κάνουν διάφοροι συγκριτικοί γλωσσολόγοι. Δηλαδή στο ότι π.χ. μεταξύ της ελληνικής, ινδικής κ.τ.λ. γλώσσας υπάρχουν πολλές κοινές λέξεις, όμως κοινές λέξεις υπάρχουν σε όλες τις γλώσσες είτε λόγω των ηχοποιητικών λέξεων (βου…, μπου.. > βους > βόδι, bull, buffalo…) είτε λόγω των γλωσσικών δανείων. Παρέβαλε π.χ. στην ελληνική τις λέξεις: βάρβαρος, δημοκρατία, κεφαλή, κάμινος, τέχνη.. και στην αραβική: μπουλ, barbar dimokratia, kafa, kamin, tacnia…. Επομένως γιατί η αραβική γλώσσα να ανήκει σε άλλη ομογλωσσία και σε άλλη η ελληνική
Η χαριστική βολή στην συγκεκριμένη θεωρία έρχεται από την Γιούρα Αλοννήσου. Η επιγραφή των Γιούρων Αλοννήσου, ένα καταπληκτικό εύρημα από τις Βόρειες Σποράδες έρχεται για να ταράξει την άποψη της διεθνούς επιστημονικής κοινότητος για την δημιουργία τής γραφής. Πρόκειται για το θραύσμα (όστρακο) ενός αγγείου πάνω στο οποίο είναι χαραγμένα σύμβολα γραφής. Το εύρημα χρονολογείται γύρω στο 5.000 – 4.500 π.Χ. (χρονολόγηση με την μέθοδο της στρωματογραφίας). Το σημαντικότερο όμως είναι ότι τα σήματα αυτής της γραφής μοιάζουν με τα γράμματα του ελληνικού Αλφαβήτου που υποτίθεται ότι «εμφανίστηκαν» γύρω στο 800 π.Χ. Τα χαράγματα στο όστρακο δεν σχετίζονται με κανένα γνωστό είδος εγχάρακτης διακοσμήσεως και αποτελούν σαφή σύμβολα γραφής. Τα χαράγματα έγιναν στην αρχική επεξεργασία του αγγείου. Μετά το αγγείο ψήθηκε και έτσι τα χαραγμένα σύμβολα έμειναν για πάντα. Επομένως τα σύμβολα γραφής χρονολογούνται την εποχή κατασκευής του αγγείου (5.000 – 4.500 π.Χ.) και αποτελούν μία συνειδητή ενέργεια του κεραμέως. Στην εικόνα διακρίνονται τα γράμματα Α Υ Δ (αρχικά της αρχαιότατης λέξεως «ΑΥΔΗ» (= φωνή) σύμφωνα με μερικούς ερευνητές).
Σημειώστε εδώ, ότι το αρχαιότερο μέχρι τώρα γνωστό επιγραφικό τεκμήριο, προέρχονταν από τη Σουμερία και χρονολογείται στο 3200 π.Χ.
Πρέπει, ωστόσο, να σημειώσουμε ότι τα σύμβολα πρωτογραφής των Γιούρων δεν είναι μοναδικά στον χώρο των πολιτισμών του Αιγαίου.
Ο Γιώργος Χουρμουζιάδης, καθηγητής Προϊστορικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, ανακοίνωσε ότι ανακάλυψε στον λιμνιαίο οικισμό του Δισπηλιού Καστοριάς μια ξύλινη πινακίδα με ίχνη γραφής, που χρονολογείται γύρω στο 5300 π.Χ. (Απαραίτητη διευκρίνιση: Ο Γ. Χουρμουζιάδης γνωστός μαρξιστής και επιφανές στέλεχος του ΚΚΕ κάθε άλλου παρά ελληνοκεντρικός ή εθνικιστής μπορεί να χαρακτηριστεί).
Με λίγα λόγια, οι ημερομηνίες τα λένε όλα και τα λένε με αποδείξεις κι όχι με θεωρίες. Συν τοις άλλοις, ας λάβουμε υπόψιν ότι ο γραπτός λόγος έπεται του προφορικού, οπότε η αναζήτηση της δημιουργίας της ελληνικής γλώσσας θα μας πάει πολύ πιο πίσω χρονολογικά.
Δημιουργείται βεβαίως ένα βασικό ερώτημα. Γιατί τα γνωστά δείγματα γραφής από το προϊστορικό Αιγαίο να είναι τόσο λίγα και να παρουσιάζουν μεγάλα χρονολογικά χάσματα; Απαντήσεις, υπάρχουν.
Όπως:
* Διότι η στάθμη της θάλασσας στο Αιγαίο ανέβηκε από την προϊστορία μέχρι τις ημέρες μας κατά 20 μέτρα. Όλοι οι προϊστορικοί παραλιακοί οικισμοί και τα τεκμήρια του πολιτισμού τους, βρίσκονται σήμερα στα βάθη της θάλασσας. Αλλά η αδυναμία μας να τους εντοπίσουμε δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν.
* Διότι χρονολογικά χάσματα παρατηρούνται και στις νεώτερες εποχές, από τις οποίες μάλιστα διαθέτουμε και τεράστιο πλήθος ευρημάτων. Ετσι για 350 περίπου χρόνια, από το τέλος της μυκηναϊκής εποχής μέχρι τα υστερογεωμετρικά χρόνια (1100 – 750 π.Χ.) δεν έχουμε την παραμικρή ένδειξη γραφής στην Ελλάδα. Αλλά η αδυναμία μας αυτή δεν αποδεικνύει ότι οι αρχαίοι Ελληνες έμειναν ξαφνικά αγράμματοι για 350 χρόνια, όπως έγκυρα από το 1970 έχει αναλύσει σε μελέτες του ο αείμνηστος Μανώλης Ανδρόνικος.
Η κάθοδος των Δωριέων
Ο μύθος
Σε πρώτη φάση οι Δωριείς (από τους οποίους προέρχονται και οι Μακεδόνες, μεταξύ άλλων) κατέβηκαν στον βόρειο ελλαδικό χώρο «κάπου από βόρεια (από Γερμανία μεριά) και κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες» την δεύτερη χιλιετηρίδα π.Χ. Σε δεύτερη φάση εξαπλώνονται στην νοτιότερη Ελλάδα. Οι Δωριείς ήταν μαζί με τους Ίωνες, τους Αιολείς και τους Αχαιούς, τα τέσσερα μεγάλα ελληνικά φύλα, τα οποία εξαπλώθηκαν στην Ελλάδα σε διαφορετικές περιόδους κατά τη διάρκεια της 2ης χιλιετίας π.Χ. και διαμόρφωσαν το ελληνικό έθνος. Οι Δωριείς περιγράφονται ως πρωτόγονο και πολεμοχαρές φύλο, ενώ μαζί τους εμφανίζεται και η χρήση του σιδήρου.
Γενικά, η εποχή της «Καθόδου των Δωριέων», που επέφερε μεγάλες αλλοιώσεις στον πολιτικό χάρτη της Ελλάδας και επέδρασε καθοριστικά στην ιστορική της πορεία, ονομάζεται «Ελληνικός Μεσαίωνας», επειδή ελάχιστα γνωρίζουμε γι’ αυτόν και παλαιότερα πιστευόταν ότι αποτελούσε μια εποχή βίαιης διακοπής της πολιτιστικής δημιουργίας.
Η πραγματικότητα
Οριστική απάντηση στη διαχρονική παρουσία των Μακεδόνων στο βορειοελλαδικό χώρο δίνουν τα αρχαιολογικά ευρήματα στην Αιανή Κοζάνης.
Καταρρίπτουν την παλαιά θεωρία περί κατακλυσμικής εισβολής των Δωριέων στα τέλη της 2ης χιλιετίας, η οποία είναι αστήρικτη ούτως ή άλλως. Ενισχύει ταυτόχρονα την άποψη για την άμεση καταγωγή των Δωριέων από Μακεδονικά φύλα και την ειρηνική διείσδυσή τους στη νότια Ελλάδα.
Σε ομιλία της η προϊσταμένη της Λ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, Γεωργία Καραμήτρου-Μεντεσίδη, που οργάνωσε η Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών (ΕΜΣ), επισήμανε ότι τα ευρήματα της Αιανής δίνουν οριστική απάντηση στο ότι δεν υπήρξε «κάθοδος των Δωριέων», δηλαδή Μακεδόνες, οι οποίοι ως «βάρβαροι» και «αλλόφυλοι» κατέστρεψαν τους Μυκηναίους, Αχαιούς και Έλληνες. Δεν υπάρχουν πλέον περιθώρια αμφιβολίας για τη νότια προέλευση της μακεδονικής αμαυρόχρωμης κεραμικής από φορείς, οι οποίοι επανέρχονται βόρεια-βορειοδυτικά (το 15ο αι. π.Χ. στην Αιανή) έπειτα από πολύ προγενέστερη (γύρω στο 2000 π.Χ.) κάθοδό τους ή από συνεχείς καθόδους και ανόδους λόγω του κτηνοτροφικού χαρακτήρα της οικονομίας και του νομαδικού τρόπου ζωής. Αυτοί δεν είναι άλλοι από τους Μακεδόνες των ιστορικών χρόνων, τους οποίους η φιλολογική παράδοση συνδέει άμεσα με τους Δωριείς.
Συνεπώς, υπογραμμίζει η Γ. Καραμήτρου-Μεντεσίδη, με το εύρημα της Αιανής αποκτάται το πλέον ισχυρό επιχείρημα για την απόρριψη της παλαιάς θεωρίας περί κατακλυσμικής εισβολής των Δωριέων στα τέλη της 2ης χιλιετίας. Το μεγάλο πλήθος και τα είδη των μυκηναϊκών ευρημάτων, τονίζει, υποχρεώνουν την επιστημονική κοινότητα να αναθεωρήσει τις απόψεις της για τα όρια του μυκηναϊκού κόσμου και τις σχέσεις του με τα μακεδονικά και δωρικά φύλα, ενώ η άποψη για μόνιμη εγκατάσταση Μυκηναίων στην περιοχή τεκμηριώνεται ολοένα και περισσότερο.
Όσον αφορά την χρήση του σιδήρου, αυτή τοποθετείται χρονολογικά τουλάχιστον μερικούς αιώνες πριν την υποτιθέμενη κάθοδό τους.
Η φοινικική προέλευση του ελληνικού αλφαβήτου
Ο μύθος
Οι Φοίνικες που κατοικούσαν στην περιοχή του σημερινού Ισραήλ, πήραν από τους Αιγύπτιους ορισμένα γραφικά σύμβολα και με την εξέλιξή τους σχημάτισαν το πρώτο αλφάβητο (γνωστό κι ως σημιτικό αλφάβητο). Περιλάμβανε 22 γράμματα, σύμφωνα και ημίφωνα, χωρίς να έχει φωνήεντα. Από τα πρώτα αυτά γράμματα σχηματίστηκαν τα νεότερα αλφάβητα. Οι Έλληνες καθώς ταξίδευαν στα τέλη του 9ου π.Χ. αιώνα στην ανατολική Μεσόγειο, πήραν το αλφάβητο των Φοινίκων, το πλούτισαν με φωνήεντα και το προσάρμοσαν στην ελληνική γλώσσα.
Η πραγματικότητα
Η θεωρία ότι το Αλφάβητο είναι εφεύρεση των Φοινίκων συντηρήθηκε εκτός των άλλων με το επιχείρημα ότι ορισμένα σύμβολα της φοινικικής γραφής μοιάζουν με τα αλφαβητικά γράμματα, π.χ. το φοινικικό Α (άλεφ) είναι αντεστραμμένο ή πλαγιαστό το ελληνικό Α κλπ. Το επιχείρημα αυτό φαινόταν ισχυρό μέχρι προ 100 ετών περίπου, όταν οι γλωσσολόγοι και οι ιστορικοί ισχυρίζονταν ακόμη ότι οι Ελληνες δεν γνώριζαν γραφή προ του 800 π.Χ.!.!!!!! Γύρω στο 1900 όμως ο Αρθούρος Εβανς ανέσκαψε την ελληνική Μινωική Κρήτη και ανεκάλυψε τις ελληνικές Γραμμικές Γραφές, των οποίων σύμβολα ήταν ως σχήματα πανομοιότυπα προς τα 17 τουλάχιστον εκ των 24 γραμμάτων του ελληνικού Αλφαβήτου. Με δεδομένα α) ότι τα αρχαιότερα δείγματα των ελληνικών αυτών γραφών (Γραμμική Α και Β), που στη συνέχεια ανακαλύφθηκαν και στην Πύλο, στις Μυκήνες, στο Μενίδι, στη Θήβα, αλλά και βορειότερα, μέχρι τη γραμμή του Δούναβη και χρονολογήθηκαν τότε πριν από το 1500 π.Χ. και β) ότι οι Φοίνικες και η γραφή τους εμφανίζονται στην ιστορία όχι πριν το 1300 π.Χ. Ο Εβανς στο έργο του Scripta Minoa διετύπωσε, πρώτος αυτός, αμφιβολίες για την αλήθεια της θεωρίας ότι οι Ελληνες έλαβαν τη γραφή από τους Φοίνικες, εκφράζοντας ταυτόχρονα την επιστημονική υποψία ότι μάλλον συνέβη το αντίθετο: Οι Φοίνικες παρέλαβαν τη γραφή από τους Κρήτες αποίκους κατά τον 13ο αιώνα π.Χ. όταν αποίκησαν τις ακτές της Παλαιστίνης, ως Φιλισταίοι.
ΠΕΡΙΠΟΥ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΕΠΟΧΗ Ο ΡΕΝΕ ΝΤΥΣΣΩ ΔΙΑΤΥΠΩΣΕ ΜΙΑ ΑΝΑΛΟΓΗ ΑΠΟΨΗ: «ΟΙ ΦΟΙΝΙΚΕΣ ΕΙΧΟΝ ΠΑΡΑΛΑΒΕΙ ΠΡΩΪΜΟΤΑΤΑ ΤΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟΝ ΠΑΡΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ, ΟΙΤΙΝΕΣ ΕΙΧΟΝ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΕΙ ΤΟΥΤΟ ΕΚ ΤΗΣ ΚΡΗΤΟΜΥΚΗΝΑΪΚΗΣ ΓΡΑΦΗΣ».
Για να το καταλάβουμε λοιπόν καλύτερα: η διαφορά είναι ότι το φοινικικό σύστημα παρέμεινε συλλαβάριο, όπως ακριβώς ΤΟ ΠΑΡΕΛΑΒΑΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ, ενώ η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ κατέληξε στο σημερινό γνωστό αλφαβητικό σύστημα γραφής, ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΔΗΛΑΔΗ ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙΟ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ!
Οι αμφιβολίες για την μη προτεραιότητα των Φοινίκων έναντι των Ελλήνων στην ανακάλυψη της γραφής έγιναν βεβαιότητα, όταν ο καθηγητής Πωλ Φωρ, διεθνής αυθεντία της Προϊστορικής Αρχαιολογίας, δημοσίευσε στο αμερικάνικο αρχαιολογικό περιοδικό, εκδόσεως του Πανεπιστημίου της Ινδιάνας, Nestor (έτος 16ον,1989,σελ.2288) ανακοίνωση, στην οποία παραθέτει και αποκρυπτογραφεί πινακίδες ελληνικής Γραμμικής Γραφής, που βρέθηκαν σε ανασκαφές στο κυκλώπειο τείχος των Πιλικάτων της Ιθάκης και χρονολογήθηκαν με σύγχρονες μεθόδους στο 2700 π.Χ. Γλώσσα των πινακίδων είναι η Ελληνική και η αποκρυπτογράφηση του Φωρ απέδωσε φωνητικά το συλλαβικό κείμενο ως εξής: Α]RE–DA–TI. DA-MI-U-A-. A-TE-NA-KA-NA-RE(ija)-TE. Η φωνητική αυτή απόδοση μεταφράζεται, κατά τον Γάλλο καθηγητή πάντοτε :«Ιδού τι εγώ η Αρεδάτις δίδω εις την άνασσαν, την θεάν Ρέαν:100 αίγας, 10 πρόβατα, 3 χοίρους». Ετσι ο Φωρ απέδειξε, ότι οι Ελληνες έγραφαν και μιλούσαν ελληνικά τουλάχιστον 1400 χρόνια πριν από την εμφάνιση των Φοινίκων και της γραφής τους στην ιστορία.
Αλλά οι αρχαιολογικές ανασκαφές στον ελληνικό χώρο τα τελευταία χρόνια απέδωσαν και άλλες πολλές και μεγάλες εκπλήξεις: Οι Έλληνες έγραφαν όχι μόνο τις συλλαβικές Γραμμική Α και Β Γραφές τους αλλά και ένα είδος γραφής πανομοιότυπης με εκείνη του Αλφαβήτου τουλάχιστον από το 6000 π.Χ. Πράγματι στο Δισπηλιό, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, μέσα στα νερά της λίμνης της Καστοριάς, ο καθηγητής Γ. Χουρμουζιάδης ανεκάλυψε ενεπίγραφη πινακίδα με γραφή σχεδόν όμοια με την αλφαβητική, η οποία χρονολογήθηκε με τις σύγχρονες μεθόδους του ραδιενεργού άνθρακα (C14) και της οπτικής θερμοφωταύγειας στο 5250 π.Χ.
Όλοι οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς που αναφέρονται στο Αλφάβητο (»Γράμματα», όπως το έλεγαν), το θεωρούν πανάρχαια ελληνική εφεύρεση (του Προμηθέα, του Παλαμήδη, του Λίνου κλπ.). Η θεωρία του «Φοινικικού» Αλφαβήτου πάντοτε στηριζόταν και στηρίζεται ακόμη από τους υποστηρικτές της σε μία εξαίρεση του κανόνα αυτού. Την εξαίρεση αυτή αποτελεί ένα απόσπασμα του Ηροδότου, που ο ίδιος παρουσιάζει ως προσωπική γνώμη του («ως εμοί δοκέει» = όπως μου φαίνεται…), την οποία σχημάτισε, όπως αναφέρει σε προηγούμενη παράγραφο, «αναπυνθανόμενος» (=παίρνοντας πληροφορίες από άλλους). Αλλά ας δούμε το κείμενο του Ηροδότου (»Ιστορία, Ε 58″):
«58. Οι δε Φοίνικες ούτοι οι συν Κάδμω απικόμενοι τών ήσαν Γεφυραίοι άλλα τε πολλά οικήσαντες ταύτην την χώρην εισήγαγον διδασκάλια ες τους Έλληνας και δη και γράμματα, ουκ εόντα πριν Έλλησι ως εμοί δοκέει, πρώτα μεν τοίσι και άπαντες χρέωνται Φοίνικες· μετά δε χρόνου προβαίνοντος άμα τη φωνή μετέβαλλον και τον ρυθμόν των γραμμάτων».
[58.Οι δε Φοίνικες αυτοί, που μαζί με τον Κάδμο αφίχθησαν, εκ των οποίων και οι Γεφυραίοι, και σε πολλά άλλα μέρη κατοικήσαντες την χώραν αυτήν εισήγαγαν και τέχνες (νέες ή άγνωστες) στους Έλληνες και μάλιστα και (κάποια) γραφή, η οποία δεν ήταν γνωστή πριν στους Έλληνες, καθώς εγώ νομίζω, πρώτα αυτήν την γραφή την οποίαν και όλοι οι Φοίνικες μεταχειρίζονται· μετά όμως με την πάροδο του χρόνου (οι Φοίνικες) μετέβαλλαν μαζί με τη γλώσσα (τους) και το είδος αυτό της γραφής.]
Στο απόσπασμα αυτό το σημαντικότερο είναι, ότι στην κρίσιμη φράση («άμα τη φωνή μετέβαλλον και τον ρυθμόν των γραμμάτων») αποκαλύπτεται, ότι οι Φοίνικες-Γεφυραίοι, που πήγαν στην Βοιωτία με τον Κάδμο, έφεραν από την Φοινίκη κάποια γραφή τους, αλλά καθώς οι Φοίνικες άλλαξαν τη γλώσσα τους (έμαθαν πιά δηλαδή τα Ελληνικά), άλλαξαν και αυτή τη γραφή τους (έγραφαν πιά δηλαδή με την υπάρχουσα στη Βοιωτία πανάρχαια ελληνική γραφή). Στη δήλωση λοιπόν αυτή του Ηροδότου οι μεταφραστές δίνουν το νόημα, ότι οι ντόπιοι Ελληνες Βοιωτοί και όχι οι Φοίνικες μετανάστες άλλαξαν την δική τους γλώσσα και γραφή και υιοθέτησαν τη φοινικική!
Στην γενικά ασυνάρτητη αυτή αναφορά στον Αλφάβητο, όπως διασώθηκε, είναι προφανείς και οι παρεμβάσεις-αλλοιώσεις που ακολουθούν στο κείμενο και που διαπράχθηκαν άγνωστο από ποιούς και πότε. Αλλά ας δούμε την ύποπτη συνέχεια του κειμένου, όπως έφθασε σ’ εμάς:
«Περιοίκεον δε σφέας τα πολλά των χώρων τούτον τον χρόνον Ελλήνων Ίωνες οι παραλαβόντες διδαχή παρά των Φοινίκων τα γράμματα, μεταρυθμίσαντες σφέων ολίγα εχρέωντο, χρεώμενοι δε εφάτισαν, ώσπερ και το δίκαιον έφερε εισαγαγόντων Φοινίκων ες την Ελλάδα, Φοινίκηια κεκλήσθαι».
[Κατοικούσαν δε πέριξ αυτών (των Φοινίκων) στα περισσότερα μέρη κατ’ εκείνο τον χρόνο (του Κάδμου) εκ των Ελλήνων Ίωνες, οι οποίοι παραλαβόντες διά της επαφής ή και διδασκαλίας παρά των Φοινίκων τη γραφή τους αλλάξαντες την μορφή της γραφής αυτών oλίγα μετεχειρίζοντο. Μεταχειριζόμενοι δε αυτά είπαν, καθώς ήταν δίκαιο, επειδή τα εισήγαγαν στην Ελλάδα Φοίνικες, να ονομάζωνται Φοινικά.]
Η αναφορά αυτή, κατά των Η. Τσατσόμοιρο (»Δαυλός», τ.118), ότι δηλαδή εκ των Ελλήνων οι Ιωνες οι κατοικούντες πέριξ των Φοινίκων παρέλαβαν τη Φοινικική γραφή και λίγα γράμματά της μεταχειρίζονταν, αφού τα τροποποίησαν, και χάριν του δικαίου, επειδή οι Φοίνικες τα εισήγαγαν στη Ελλάδα, τα ωνόμασαν Φοινικικά, αποτελεί κραυγαλέα αντίφαση και συνεπώς πρόκειται για πλαστή υποπαράγραφο, δήθεν επεξηγηματική, η οποία σκοπεύει να καταστήση αβαρή την προηγηθείσα πληροφορία «άμα τη φωνή μετέβαλλον και τον ρυθμόν των γραμμάτων». Και όμως η «Φοινικική Θεωρία» θεμελιώθηκε εξ ολοκλήρου και συντηρείται πάνω στο θεμέλιο της προφανούς αυτής πλαστογραφίας.
Η «Φοινικική Θεωρία» καθιερώθηκε στην Ευρώπη σε μία εποχή που, όπως γράφει ο διαπρεπής σύγχρονος Αγγλος κλασσικός φιλόλογος S.G.Rembroke (»The Legacy of Greece,εκδ. Oxford University Press,1984), «στους Φοίνικες γενικά εδίδετο ένας ρόλος ενδιαμέσων», που ξέφευγε από οιαδήποτε πληροφορία της ιστορίας, ένας ρόλος δηλαδή μεταφορέων της σοφίας και του πολιτισμού του περιουσίου λαού του Ισραήλ στους απολίτιστους λαούς και δη στους Ελληνες. Αυτά βέβαια είναι συγχωρητέα, αφού λέγοντας περί τα τέλη του Μεσαίωνα, οπότε ο θρησκευτικός φανατισμός και ο σκοταδισμός είχαν φθάσει σε τέτοιο σημείο, ώστε να θέλουν την κόρη του Αγαμέμνονος Ιφιγένεια ως κόρη του Ιεφθά, τον Δευκαλίωνα ως Νώε, τον Απι ως σύμβουλο του Ιωσήφ, τον Απόλλωνα, τον Πρίαμο, τον Τειρεσία και τον Ορφέα ως διαστροφές του Μωυσή, την ιστορία των Αργοναυτών ως διάβαση των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο στην Παλαιστίνη και άλλα πολλά παρόμοια. Αυτές τις επισημάνσεις τις κάνει ο Rembroke.
Και καταλήγουμε εμείς: Τότε ο Ελληνισμός, ευρισκόμενος από άποψη εθνικής αυτοσυνειδησίας σε κωματώδη πνευματική κατάσταση και από άποψη ιστορικής αυτογνωσίας σε αφασία, ήταν εντελώς ανίκανος να υπερασπιστή την ιστορία του και τον πολιτισμό του, και γι’ αυτό δεν αντιδρούσε και δεν μπορούσε να αντιδράσει. Σήμερα με την ανοχή ή και τη συνηγορία μας ,μας κάνουν τη γλώσσα μας «Ινδοευρωπαϊκή», τη γραφή μας «φοινικική», την Αθηνά μας και τον Σωκράτη μας «μαύρους» και τον πολιτισμό μας «αφρικανικό». Τώρα άραγε σε ποια πνευματική κατάσταση βρισκόμαστε;
ΓΡΑΦΗ ΔΙΣΠΗΛΙΟΥ
|
η πινακίδα απ’ το Δισπηλιό
|
Έξω από την Καστοριά ανακαλύφθηκαν σχετικά πρόσφατα απομεινάρια ενός αρχαίου οικισμού. Ήταν κι αυτός δίπλα στην λίμνη όπως και η σημερινή πόλη που ποιος ξέρει τι άλλο κρύβει στα πανάρχαια θεμέλιά της. Στο οικισμό Δισπηλιό λοιπόν της Καστοριάς ανακαλύφθηκε μεταξύ άλλων και μια μορφή γραφής που περιέχει τα γράμματα του Ιωνικού αλφαβήτου. Χρονολογούνται απ’ το 6000 π.Χ. Αυτό ανατρέπει αρκετές θεωρίες για την έλευση των Ελλήνων στον Ελλαδικό χώρο αλλά και την προέλευση της γραφής.
Η πινακίδα αυτή δεν υπάρχει πια. Εξαερώθηκε (όπως είπαν) κατά την μεταφορά της στην Γερμανία για εξέταση από ειδικούς.
Επιπρόσθετες πηγές: krassanakis.gr | el.wikipedia.org | kairatos.com.gr | abnet.agrino.org | esoterica.gr | enet.gr | http://www.hellinon.net/