Το κουτί της Πανδώρας
Το κουτί της Πανδώρας

Όταν ξέσπασε η σύγκρουση για την εξουσία, ανάμεσα στους Oλύμπιους θεούς και τους Tιτάνες, Ο Προμηθέας πήρε το μέρος των Oλυμπίων, αν και ο ίδιος ήταν Tιτάνας. Μετά την επικράτηση των θεών του Oλύμπου, ο Προμηθέας δημιούργησε τους πρώτους ανθρώπους πλάθοντάς τους με πηλό και η θεά Αθηνά τους εμφύσησε (έδωσε) ζωή.

Ο Προμηθέας, επειδή ήταν ο δημιουργός των ανθρώπων, παρακολουθούσε πάντα με ενδιαφέρον την πορεία τους πάνω στη γη και πολλές φορές είχε παρακούσει τις εντολές του Δία ή τον είχε ξεγελάσει προς όφελός τους.


Κατά τη διάρκεια μιας επίσημης θυσίας, ο Προμηθέας, χώρισε ένα βόδι σε δυο μέρη. Στο ένα μερίδιο έβαλε το δέρμα, τη σάρκα και τα εντόσθια σκεπασμένα με την κοιλιά του ζώου και στο άλλο έβαλε τα κόκαλα, από τα οποία είχε αφαιρέσει το κρέας, και τα είχε σκεπάσει με το λευκό λίπος.
Έπειτα είπε στο Δία να διαλέξει το μερίδιο που θα αντιστοιχούσε στους θεούς, το υπόλοιπο προοριζόταν για τους ανθρώπους. Ο Δίας πιστεύοντας ότι το λίπος πρέπει να καλύπτει το καλύτερο, το πιο νόστιμο μέρος του κρέατος διάλεξε το λίπος. Όταν ο Δίας διαπίστωσε ότι το μερίδιο αυτό το αποτελούσαν μόνο κόκαλα θύμωσε και με τον Προμηθέα και με τους ανθρώπους κι αποφάσισε να μην τους ξαναστείλει ποτέ πια τη φωτιά.

Ο Προμηθέας,όμως, έκλεψε σπίθες φωτιάς από τον τροχό του ήλιου ή από το καμίνι του Ηφαίστου και την έδωσε στους ανθρώπους, οι οποίοι βελτίωσαν έτσι τη ζωή τους, έφτιαξαν εργαλεία, καλλιέργησαν τη γη κι εκπολιτίστηκαν. Ο Δίας εξοργίστηκε. Ορκίστηκε εκδίκηση και έβαλε μπροστά ένα πανούργο σχέδιο.

Ο Δίας τιμώρησε και τον Προμηθέα και τους ανθρώπους. Τον Προμηθέα, τον έδεσε με ατσάλινες αλυσίδες επάνω στον Καύκασο κι έστειλε έναν αετό, γεννημένο από τον Τυφώνα και την Έχιδνα, να του τρώει το συκώτι, το οποίο κάθε πρωί ανανεωνόταν. Ο Δίας επίσης ορκίστηκε στα νερά της Στύγας να μη λύσει ποτέ από τα δεσμά του τον Προμηθέα.

Ο Προμηθέας κρεμόταν για πολλά χρόνια (από τριάντα έως τριάντα χιλιάδες) από το βράχο μέχρι τη στιγμή που ο Ηρακλής τον ελευθέρωσε από τα δεσμά του. Ο Δίας χάρηκε πολύ για το κατόρθωμα του γιου του, ώστε αποφάσισε να αφήσει ελεύθερο τον Προμηθέα. Επειδή όμως έπρεπε να κρατήσει τον όρκο του, υπέδειξε στον Προμηθέα να κατασκευάσει ένα δαχτυλίδι από το ατσάλι της αλυσίδας του και από ένα κομμάτι του βράχου επάνω στον οποίον ήταν δεμένος. Με τον τρόπο αυτό ο ατσάλινος δεσμός συνέχιζε να τον κρατάει δεμένο πάνω στο βράχο του. Από τότε οι άνθρωποι άρχισαν να κατασκευάζουν με τη σειρά τους δαχτυλίδια και να τα φορούν προς τιμή του Προμηθέα που είχε υποφέρει γι’ αυτούς ευεργετώντας τους.

Την ίδια εποχή ο Κένταυρος Χείρωνας υπέφερε από το τραύμα που του είχε προκαλέσει ένα βέλος του Ηρακλή και ζητούσε να πεθάνει. Επειδή ήταν αθάνατος έπρεπε να βρει κάποιον να δεχτεί την αθανασία του. Ο Προμηθέας δέχτηκε, πήρε τη θέση του κι έγινε αθάνατος.

Ο Προμηθέας είχε χαρίσματα μάντη. Είχε αποκαλύψει στο Δία ότι το παιδί που θα του γεννούσε η Θέτιδα θα ήταν πιο δυνατό από αυτόν και θα τον εκθρόνιζε. Είχε υποδείξει στον Ηρακλή πως να πάρει τα μήλα των Εσπερίδων με τη βοήθεια του Άτλαντα. Αυτός επίσης πρόβλεψε τον κατακλυσμό, που ο Δίας σχεδίαζε για να αφανίσει το γένος των ανθρώπων και δίδαξε το γιο του Δευκαλίωνα πως να σωθεί απ’ αυτόν.

Το κουτί της Πανδώρας 

Το κουτί της Πανδώρας

Ο Δίας, για να τιμωρήσει τους ανθρώπους, ανέθεσε στον Ήφαιστο να φτιάξει μια γυναίκα από πηλό με ανθρώπινη φωνή. Ο Ήφαιστος εργάστηκε σκληρά και δημιούργησε ένα αριστούργημα. Στην Αθηνά, που ήταν η θεά της σοφίας και κόρη του Δία, άρεσε αυτό το πήλινο δημιούργημα και του έδωσε πνοή. Δίδαξε τη γυναίκα πώς να υφαίνει και να ντύνεται. Η Αφροδίτη η θεά του έρωτα την έκανε όμορφη. Ο θεός Ερμής την δίδαξε πως να γοητεύει και να εξαπατά.
Ο Δίας έμεινε ικανοποιημένος όταν την είδε, αλλά την είχε φτιάξει για παγίδα. Ονόμασε τη γυναίκα Πανδώρα και την έστειλε ως δώρο στον Επιμηθέα. Ο Επιμηθέας είχε προειδοποιηθεί από τον αδελφό του Προμηθέα ότι ποτέ δεν πρέπει να δεχτεί δώρα από το Δία, επειδή πάντα θα υπάρχει μια παγίδα. Ο Επιμηθέας αγνόησε την προειδοποίηση του αδελφού του, ερωτεύθηκε την Πανδώρα και την παντρεύτηκε. Ο Δίας, ικανοποιημένος που η παγίδα του έπιασε, έδωσε στην Πανδώρα ένα δώρο για το γάμο της ένα όμορφο κουτί. Με μία προϋπόθεση όμως, ότι ποτέ αυτή δεν θα ανοίξει το κουτί.

Για ένα διάστημα, ο Επιμηθέας και η Πανδώρα ήταν πολύ ευτυχισμένοι. Η Πανδώρα συχνά αναρωτιόταν τι υπήρχε μέσα στο κουτί, αλλά ποτέ δεν είχε μείνει μόνη της, έτσι ποτέ δεν το άνοιξε. Σταδιακά, όσο περνούσε ο καιρός, άρχισε να αναρωτιέται όλο και περισσότερο τι ήταν αυτό που υπήρχε μέσα στο κουτί. Δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί κάποιος θα της έστελνε ένα κουτί αν δεν μπορούσε να δει τι ήταν μέσα σ’αυτό. Έγινε, λοιπόν, πολύ σημαντικό να μάθει τι κρυβόταν μέσα στο κουτί.

Τέλος, δεν μπορούσε να αντισταθεί πλέον. Μια μέρα, όταν όλοι ήταν έξω εκείνη σύρθηκε μέχρι το παράθυρο, πήρε το τεράστιο κλειδί, το τοποθέτησε προσεκτικά στην κλειδαριά και το γύρισε. Σήκωσε το καπάκι για να για να ρίξει μια γρήγορη ματιά, αλλά πριν το συνειδητοποιήσει το δωμάτιο είχε γεμίσει με φοβερά πράγματα: την ασθένεια, την απόγνωση, την κακία, την πλεονεξία, τα γηρατειά, το θάνατο, το μίσος, τη βία, τη σκληρότητα και τον πόλεμο. Έκλεισε το καπάκι με δύναμη και γύρισε το κλειδί και πάλι … Μόνο η Ελπίδα έμεινε στον πάτο. Έτσι το ανθρώπινο είδος τιμωρήθηκε για την αλαζονεία του Προμηθέα, που χάρισε τη φωτιά χωρίς να υπολογίσει τις συνέπειες…

Κοινοποιήστε το!
FacebookTwitter

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

error: